Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2013

Αντώνης Σαμαράκης: Το Λάθος (που δεν γεννήθηκε στην εποχή μας και το λάθος που όλοι περιμένουμε)





Όταν ξεκίνησα να διαβάζω το "Λάθος" του Αντώνη Σαμαράκη, περίμενα πολλά. Και διαψεύστηκα. Ένιωσα ακόμη περισσότερα. Δια στόματος των ηρώων και του αριστοτεχνικού τρόπου γραφής και αφήγησης, ο Σαμαράκης κατορθώνει να καταγγείλει, να ειρωνευτεί, να αντιδράσει, να στηλιτεύσει, να πονέσει και το κυριότερο να πει αλήθειες.
Οι ήρωες τρεις. Ο ανακριτής, ο μάνατζερ και ο ύποπτος. Τρεις και οι αφηγηματικές γωνίες της εξιστόρησης. Τρεις άξονες. Τρεις οπτικές. Τρεις αλήθειες. Τρεις γραμμές υπεράσπισής τους. Ο Σαμαράκης καταφέρνει τα εξής: Περιγράφει ένα γεγονός από την οπτική αφήγησης διαφορετικού προσώπου κάθε φορά. (Tο πάτημα στο πόδι από ένα ύποπτο Α  σε έναν άλλο ύποπτο Β. Ο ύποπτος Β πυροβολείται και σκοτώνεται, ενώ ο ύποπτος Α συλλαμβάνεται από την αστυνομία). Ο συγγραφέας καταφέρνει ένα γεγονός - τη σύλληψη και τους λόγους της - να το μετατρέψει από αρχικά γελοίο σε δικαιολογημένο στη συνέχεια.
Ας πούμε όμως δυο λόγια για το έργο και την πλοκή του. Ο μάνατζερ και ο ανακριτής συνοδεύουν έναν ύποπτο για συμμετοχή σε οργάνωση κατά του Καθεστώτος. Μαθαίνουμε ότι το Κέντρο είναι μακριά από εκεί που βρίσκονται αυτοί και πρέπει να πάρουν το πλοίο, ώστε να συνεχίσουν την ανάκριση (στο Κέντρο πλέον). Κατά τη διάρκεια της διαδρομής προς το Κέντρο, το αυτοκίνητό τους χαλάει και αναγκάζονται να το επισκευάσουν, πράγμα που θα τους πάρει σχεδόν μία μέρα. Ο ανακριτής και ο ύποπτος Α, λοιπόν, περνούν μια μέρα μαζί, περιμένοντας να επιδιορθωθεί η βλάβη στο αμάξι. Όμως, η βλάβη είναι εικονική. Το Σχέδιο έτσι υπαγόρευε. Να έρθει κοντά ο ανακριτής με τον ύποπτο Α, ώστε ο τελευταίος να του εκμυστηρευτεί την ομολογία του.
Για την ανάλυση του ευφυέστατου αυτού λογοτεχνικού πονήματος του Σαμαράκη χρειάζονται σελίδες επί σελίδων. Θα μείνω, όμως, στα βασικά.
Ο συγγραφέας κάνει λόγο για: το Καθεστώς: δηλαδή το πολίτευμα, την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, την Εξουσία. Είτε για όλα σωρευτικά είτε διαζευκτικά. Το Καθεστώς παρέχει Ασφάλεια και η Ασφάλεια δεν βλέπει κίνητρα, δεν βλέπει χαρακτήρες, παρά μονάχα υπακούει στην τετράγωνη λογική. Το ένα δίπλα στο ένα μας κάνει 2 και όχι 11 για το Καθεστώς. Είσαι ένοχος, επειδή το αποφάσισε το Καθεστώς. Η Δίκη μπροστά του αποτελεί μια τυπική διαδικασία, η οποία οδηγεί, ούτως ή άλλως, στην καταδίκη του κατηγορουμένου. Όμως, προσοχή. Ο Σαμαράκης δεν τείνει ούτε στην αναρχία, ούτε πρόσκειται σε κομματική ιδεολογία, με την αρνητικά χρωματισμένη έννοια που η τελευταία έχει αποκτήσει στις μέρες μας. Είναι πέρα για πέρα πολιτικός μέσα ακριβώς από την έκφραση της δικής του πολιτικής άποψης. Στηλιτεύει και τις δυο πλευρές. Και τον αδικαιολόγητο φόβο του πολιτικού συστήματος, αλλά και τον ύπουλο τρόπο σκέψης των αντικρατικών οργανώσεων, που αποσκοπούν στην αναστάτωση της ειρήνης των πολιτών. Προτείνει τη λύση της διαμαρτυρίας σε ένα πραγματικά δημοκρατικό περιβάλλον. Σκοπός του Καθεστώτος, αν κάποιος πολίτης στοχοποιηθεί, είναι η εξόντωσή του κατά το συγγραφέα (και όχι μόνο).
Η μαθηματική αντίληψη του Καθεστώτος αντικατοπτρίζεται στο Σχέδιο. Το Σχέδιο είναι πάντοτε τέλεια δομημένο, τέλεια οργανωμένο, τέλεια υπολογισμένο. Αν εφαρμοστεί κατά γράμμα, θα φέρει και τα αντίστοιχα αποτελέσματα.
Στη διάρκεια της διαδρομής ο ύποπτος Α και ο ανακριτής - πράκτορας προλαβαίνουν να μοιραστούν στιγμές απροσποίητα ανθρώπινες. Μια βόλτα, γνωριμίες με δυο όμορφες κοπέλες, μια μπάλα, το λούνα πάρκ. (Η δόμηση και περιγραφή της σκηνής μέσα στο σπιτάκι του τρόμου αποτελεί το κερασάκι στην τούρτα της αφηγηματικής αρτιότητας του μυθιστορήματος). Και εκεί είναι που ένας κόκκος ανθρωπιάς αρκεί για να βραχυκυκλώσει την αμείλικτη τελειότητα του καθεστωτικού Σχεδίου. Στο σημείο αυτό ο μηχανισμός εξόντωσης σταματά να λειτουργεί, διότι τα γρανάζια του αποσυναρμολογήθηκαν. Το Πνεύμα αφυπνίστηκε. Ο πολίτης έμαθε να γράφει το πι με κεφαλαίο.
Το τέλος δεν είναι σίγουρα το ιδανικό, αλλά μήπως η ζωή προσφέρει πάντα ιδανικές καταλήξεις; Ο Σαμαράκης έγραψε αυτό το μυθιστόρημα, για να πει πολλά και να καταδείξει ακόμη περισσότερα. Αν και χαρακτηρίζεται αστυνομικό, θα διαφωνήσω. Ναι μεν έχει αρκετά στοιχεία αγωνίας, κάποια μυστηρίου και μια αφήγηση που κεντρίζει συνεχώς το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αλλά από την άλλη κρύβει τόσες αλληγορίες, δισημίες και μηνύματα, που αποκλείεται να υποβαθμιστεί ο πολιτικός του χαρακτήρας σε δεύτερη μοίρα. Για αυτό το λόγο και θα το ονομάσω πολιτικό μυθιστόρημα με τζούρες αγωνίας, που κλείνει συνεχώς το μάτι στον άνθρωπο και ψιθυρίζει στον Πολίτη: "Μάθε να γράφεις το όνομά σου σωστά".


* Το μυθιστόρημα του Αντώνη Σαμαράκη επανακυκλοφορεί στην 67η έκδοσή του από τις εκδόσεις Ψυχογιός.

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

Jo Nesbo: Νέμεσις


Νέμεσις: Η "εκδίκηση" του Νορβηγού συγγραφέα:
Ένα βιβλίο που κολλάει πάνω σου.



Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Μεταίχμιο"

Nemesis. Αυτός είναι ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου που ακολουθεί τον "Κοκκινολαίμη" του  Jo Nesbo. Νέμεσις, δηλαδή εκδίκηση. Ολόκληρη η πλοκή του έργου περιστρέφεται γύρω από δύο άξονες. Αυτόν της εκδίκησης και αυτόν της εξαπάτησης. Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και τίποτα δεν φαίνεται όπως είναι. Ο Nesbo πολιορκεί την ένταση της αγωνίας για ακόμη μία φορά, με καταιγιστικό ρυθμό. Ο επιθεωρητής Χάρι Χόλε σε αυτό το δεύτερο μέρος της οιονεί Τριλογίας του (Κοκκινολαίμης, Νέμεσις, Αστέρι του διαβόλου - και χρησιμοποιώ τη λέξη "οιονεί", διότι κάποιος μπορεί να διαβάσει και μόνο το ένα βιβλίο χωρίς προηγουμένως να γνωρίζει την πλοκή του προηγούμενου, καθώς ο συγγραφέας αναφέρει περιληπτικά τι έχει προηγηθεί - ) επιμελείται την έρευνα μιας σειράς ληστειών και παράλληλα αναλαμβάνει την εξιχνίαση της δολοφονίας της πρώην ερωμένης του, Άννας.

Τα βιβλία του συγγραφέα δημιουργούν εθισμό και ήδη σκέφτομαι, όταν θα έχω τελειώσει και το τελευταίο του, σε ποιο κέντρο για εξαρτημένους βιβλιοφάγους πρέπει να προσφύγω. Αλλά προς το παρόν, ας επικεντρωθώ στη "Νέμεσις": Εκδίκηση στα αρχαία ελληνικά. Εσωτερική και εκδίκηση εξωτερική. Δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Θα δούμε τους ήρωες αλλά και τους δευτερεύοντες, νευραλγικούς εντούτοις, χαρακτήρες να παλεύουν με τις τύψεις τους. Με την τελευταία φράση δεν εννοώ τις γραφικότητες της αρλεκινίστικης λογοτεχνίας που κάποιες συγγραφείς προωθούν. Ο Nesbo έχει τα λογοτεχνικά κότσια και το δείχνει με έναν προφανέστατο τρόπο: Στραπατσάρει, ισοπεδώνει, εξοντώνει και εμπαίζει τον ήρωά του. Φτάνει την πλοκή σε τέτοιο σημείο, στο οποίο είτε δεν υπάρχει καμία πια ελπίδα, άρα και λύση, είτε υπάρχουν πάρα πολλές εναλλακτικές απαντήσεις, άρα και λύσεις, εκ των οποίων όμως ζητείται η μία και μοναδική.

Ο συγγραφέας μας δίνει να καταλάβουμε ότι ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος και αυτό όχι τόσο μέσα από τη σειρά εγκλημάτων και την εξιχνίασή τους, που πραγματεύεται ο πυρήνας του έργου του, αλλά μέσα από το γεγονός ότι οι περισσότεροι από τους συμμέτοχους στην πλοκή, συμπεριλαμβανομένου και του ήρωα, δεν είναι άψογοι και άμεμπτοι. Ο συγγραφέας δίνει τεράστια βαρύτητα στον παράγοντα "άνθρωπο". Δεν καμουφλάρει τον ήρωα, ώστε εκείνος να μην παθαίνει ποτέ τίποτα κακό. Αντίθετα, εκείνος επιβιώνει. Αλλά το κόστος για αυτή του την επιβίωση είναι ότι θα έρθει αντιμέτωπος με τον ενοχικό και ρομαντικό χαρακτήρα του εαυτού του, που είχε βάλει από καιρό στην άκρη. Θα έρθει αντιμέτωπος με το θεριό του έρωτα και προς το τέλος του βιβλίου θα ασπαστεί την αριστοτελική εκδοχή ότι ο άνθρωπος είναι ον κοινωνικό, ότι έχει ανάγκη τον άλλο. Έχει ανάγκη να ερωτευτεί και κυρίως να αφεθεί. Να βάλει στην άκρη ό,τι τον κάνει να ξεχνά ότι έχει χείλη, για να φιλήσει και όχι μόνο να μιλήσει με αυτά. Ότι έχει χέρια, για να χαϊδέψει και όχι μόνο να δουλέψει μ' αυτά. Ότι έχει μάτια για να εκφραστεί και όχι μόνο να δει μ' αυτά. Ο Χάρι Χόλε εξανθρωπίζεται όλο και περισσότερο και αυτό του κοστίζει και θα του κοστίσει. Η Ράκελ, η γυναίκα με την οποία ξεκίνησε κάποια σχέση στο τέλος του Κοκκινολαίμη, έρχεται πλέον στο δεύτερο βιβλίο και γίνεται η μούσα του. Γίνεται η γυναίκα χάρι στην οποία, παρά τις ευκαιρίες που τού δίνονται, δεν θα απιστήσει. Αν και απούσα  στη Ρωσία με το γιο της, παλεύοντας να κερδίσει την επιμέλεια και κηδεμονία του, πάντοτε βρίσκεται στο μυαλό του Χάρι. Ίσως το πάντοτε να είναι και λίγο... Μένει να δούμε πώς θα αναπτυχθεί  ο αισθηματικός δεσμός τους στα επόμενα βιβλία, που δεν είναι και λίγα, άρα εικάζω ότι πρέπει να ετοιμαζόμαστε για πολλές διακυμάνσεις.
Και εδώ φτάνει το σημείο που θα εξυμνήσω τον Nesbo για το εξής: Δύο λέξεις. Τομ Βόλερ. Ο υποχθόνιος, δαιμονικός επιθεωρητής, μισητός συνάδελφος του ήρωα που βρίσκεται πίσω από πολλές "βρωμοδουλειές". Αυτός στο πρώτο βιβλίο, τον "Κοκκινολαίμη", ήταν ο εγκέφαλος λαθραίου εμπορίου όπλων στην Νορβηγία και το κυριότερο ο δολοφόνος της αγαπημένης κοντινής φίλης του Χάρι Χόλε, Έλεν. Ο Χάρι το προαισθάνεται και στο τέλος βεβαιώνεται για αυτό, αλλά δεν έχει ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία. Ο συγγραφέας αναπτύσσει τον χαρακτήρα του αντιήρωα Τομ Βόλερ με αριστοτεχνικό τρόπο. Αν και οι σκηνές συμμετοχής του στη δράση δεν είναι πολλές, δημιουργεί στον αναγνώστη μέσω των περιγραφών και των γεγονότων μια αίσθηση ότι κάτι κρύβεται πίσω από τη μάσκα του έτερου επιθεωρητή. Ο Βόλερ αντιπροσωπεύει το κακό μας, κρυμμένο εγώ: είναι νάρκισσος, εγωιστής, ευφυής, ικανότατος στη δουλειά του. Προκλητικός με τον Χάρι, γνωρίζοντας όμως μέχρι το όριο που μπορεί να φτάσει. Είναι μαέστρος στην ψυχολόγηση του θύτη, των μαρτύρων ή - το κυριότερο - του αντιπάλου του. Ψυχαναμίζεται αμέσως την κατάσταση, το τι συνέβη, το τι ενδεχομένως να συνέβη ή το τι θα μπορούσε να είχε συμβεί, αν αυτό που πιστεύει ότι συνέβη, τελικά δεν συνέβη. Ένας τέτοιος συλλογισμός ανήκει στον Τομ Βόλερ του Nesbo.

Ο νέος χαρακτήρας σε αυτό το μυθιστόρημα είναι η προσηνής Μπέτε Λεν. Το κορίτσι θαύμα με την φωτογραφική μνήμη. Έχει την ικανότητα να θυμάται όποιο πρόσωπο έχει δει στο παρελθόν με απίστευτες λεπτομέρειες. Αυτό είναι μία διανοητική απόκλιση, που της έχει διαγνωσθεί και ιατρικά, αλλά λειτουργεί σαφώς προς όφελός της, ειδικά στις αστυνομικές της έρευνες. Ο συγγραφέας, όταν εσκεμμένα φτάνει τον ήρωα σε αδιέξοδο, παρουσιάζει τη Λεν ως απο μηχανής θεό, που βγάζει το φίδι απ' την τρύπα. Όλοι οι συγγραφείς των μυθιστορημάτων δύσκολης πλοκής έχουν την τάση να επιδεικνύουν την πλοκογραφική τους δεινότητα και τη μυθοπλαστική τους ικανότητα μέσα από τους χαρακτήρες - θαύματα. Είδαμε την Σιέννα στο Inferno του Dan Brown. Είδαμε τον Ντάμπλντορ στο Harry Potter της Rowling κλπ... Όμως, ειδικά στα αστυνομικά μυθιστορήματα, δεν θα υπήρχε εξέλιξη και έκπληξη στον αναγνώστη αν δεν είχαμε και αυτού του είδους τους χαρακτήρες.

Δύο παρατηρήσεις πριν κλείσω: Πρώτον, ο ρόλος του ψυχολόγου είναι ακόμη αδιευκρίνιστο γιατί μπαίνει στο βιβλίο. Για να βοηθήσει τον Χόλε στη διαλεύκανση των εγκλημάτων; Για να βοηθήσει τον Χόλε στις δικές του ανησυχίες; Ή τέλος, για να γεμίσει τις σελίδες; Η μοναδική, οιονεί ένσταση που σαφώς ενυπάρχει και στο πρώτο βιβλίο, χωρίς όμως να δίνει ενοχλητικό "παρών". Ελπίζω να μην στέκει η τρίτη εκδοχή, το γέμισμα των σελίδων, διότι αυτή τη στιγμή ο χαρακτήρας του Άουνε ακροβατεί ανάμεσα στο ναι και στο όχι, σχετικά με την ερώτηση αν θα έπρεπε να έχει θέση στο βιβλίο. Μάλλον ο Nesbo τον χρησιμοποιεί, για να προσδώσει κάποιες επιπλέον αλλά απαραίτητες γνώστεις στον επιθεωρητή Χάρι Χόλε, που από μόνος του δεν θα ήταν δυνατόν να τις έχει, διότι τότε θα συγγένευε με τον Κύρο τον Γρανάζη.

Καταλήγοντας μπορεί να εξαχθεί το εξής συμπέρασμα: Ο Jo Nesbo εξελίσσεται συγγραφικά. Χωρίς τις ιστορικές οπισθοδρομήσεις, που λίγο κούραζαν στον "Κοκκινολαίμη", χωρίς να προϊδεάζει για το ποιος μπορεί να είναι ο φταίχτης και χωρίς να κουράζει με περιττές λεπτομέρειες, παραδίδει ένα καλογραμμένο, άρτια δομημένο βιβλίο, βασιζόμενο στην αστυνομική μανιέρα: "10 ύποπτοι, αλλά τελικά άφαντος ο δολοφονος" και σεβόμενο προπαντός τις λογοτεχνικές απαιτήσεις του αναγνωστικού κοινού.

Δείτε εδώ τη συνέντευξη του συγγραφέα πάνω στο βιβλίο.

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013

Wi φάει (enfo.gr)






     Δεν θα σταθώ στις προεκλογικές – τύπου – δηλώσεις του Πρωθυπουργού για παντεσπάνι... εεε... συγγνώμη για wi fi ήθελα να πω. Δεν θα σταθώ στις έτοιμες, σερβιρισμένες ερωτήσεις και απαντήσεις που δόθηκαν. Δεν θα σταθώ στο ότι το πολιτικό σύστημα έμεινε εμβρόντητο από την ειδεχθή δολοφονία δύο συμπολιτών μας (και πλέον προσφάτως τρεις στο σύνολο, λόγω πολιτικών κινήτρων κυρίως). Άλλωστε, και οι τρομοκράτες ή οι αναρχικοί υποστηρίζουν συγκεκριμένες πολιτικές ή ιδεολογίες. Πείτε τες όπως θέλετε. Δεν θα σταθώ στην πρόταση δυσπιστίας που έκανε ο μέλλων πρωθυπουργός (φήμες λένε ότι για προθέρμανση βγάζει το νικητήριο λόγο κάθε μέρα τρεις ώρες μπροστά σε έναν καθρέφτη). Δεν θα σταθώ στο ότι πλέον οι επαίτες έχουν πολλαπλασιαστεί και βλέπει κανείς φοιτητές ή οικογενειάρχες να εκλιπαρούν για δέκα και είκοσι λεπτά. Δεν θα σταθώ στην κατηγορία περί φοροδιαφυγής του συναδέλφου κου Καπερνάρου, του οποίου ήρθη η βουλευτική ασυλία, ούτε θα σταθώ στην επίσης άρση της βουλευτικής ασυλίας ορισμένων εκπροσώπων της χρυσής αυγής. Δεν θα σταθώ στις μαχαιριές της δικαστικής υπαλλήλου στα τόσο καλά φυλασσόμενα δικαστήρια της Ευελπίδων. Δεν θα σταθώ στο ότι θα έρθουν κι άλλα οικονομικά μέτρα. Δεν θα σταθώ στο πρωτογενές πλεόνασμα και το τεράστιο δημοσιονομικό κενό (please, mind the gap) του 2014. Δεν θα σταθώ στην εκτίναξη της ανεργίας. Δεν θα σταθώ στις δηλώσεις του προέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να βγει απ΄το Ευρώ (ο νοών νοείτω...). Δεν θα σταθώ στα κλειστά πανεπιστήμια. Δεν θα σταθώ στο περιβάλλον αναφάλειας  - οικονομικό, επαγγελματικό, κοινωνικό, πολιτικό, ηθικό – Δεν θα σταθώ στην επίσημη έναρξη των ρουσφετιών για τις επερχόμενες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές  (μπορεί να μη φέρνει θάλασσα ο δήμαρχος, αλλά πάντοτε λίγη άσφαλτο δυο μήνες πριν τις εκλογές τη στρώνει). Δεν θα σταθώ στην ακόμα μία καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για ρατσιστικές διακρίσεις. Δεν θα σταθώ στην υπολειτουργία του προαστικού σιδηρόδρομου (ώρες – ώρες τα βράδια νομίζω ότι τα τρένα είναι στοιχειωμένα φαντάσματα συρμών που κινούνται σε εγκαταλελειμμένους σταθμούς). Δεν θα σταθώ στις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων κατά τη διάρκεια του  (ποιού;) σωφρονισμού τους. Δε θα σταθώ στο ότι πλέον η Ελλάδα κυβερνάται από άλλους από αυτούς που έχουν ψηφιστεί. Δεν θα σταθώ στην καταδίκη του Τσοχατζόπουλου (δε μου αρκεί η κορυφή, θέλω ολόκληρο το παγόβουνο).

Δεν θα σταθώ. Θα συνεχίσω να προχωρώ πιο γρήγορα κι από τον Τζόνυ τον Γουόκερ. Θα χτίσω απ’ την αρχή. Θα γράψω απ’ την αρχή. Θα παλέψω απ’ την αρχή. Θα παθιαστώ απ’ την αρχή. Θα κλάψω απ’ την αρχή. Θα γελάσω απ’ την αρχή. Θα αποφασίσω απ’ την αρχή. Γιατί το παν είναι μια καινούρια αρχή, ειδικά τώρα που μας έφεραν στο τέλος του πουθενά. Κληρονομήσαμε έναν κόσμο με διαφθορά. Ας κληροδοτήσουμε ένα κόσμο με διαφορά.

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013

William Shakespeare: Ιούλιος Καίσαρας. Μία πολιτική τραγωδία, διαμάντι του παγκόσμιου λόγου.



Ιούλιος Καίσαρας, του William Shakespeare
(εκδόσεις Πατάκη, μτφρ. Κ. Καρθαίος)




     Το έργο αυτό του Σαίξπηρ υπολογίζεται ότι γράφτηκε γύρω στο τέλος του 1598 με αρχές του 1599. Η επιρροή του Πλούταρχου είναι φανερή σ' αυτό, καθώς ο Σαίξπηρ πήρε την υπόθεση από την αγγλική μετάφραση του συγγραφέα, από τους βίους του Καίσαρα και του Βρούτου. Αν και ο τίτλος του έργου αναφέρεται στο μεγάλο Ρωμαίο Αυτοκράτορα, τα κεντρικά πρόσωπα της τραγωδίας είναι άλλα. Ο Μάρκος Βρούτος, ο Κάσσιος και ο Μάρκος Αντώνιος, μέλη της Συγκλήτου και τρανοί πολεμιστές. Οι δύο πρώτοι οργανώνουν και εκτελούν εν ψυχρώ, μαζί με αρκετούς ακόμη συνωμότες, τον Ιούλιο Καίσαρα. Στη συνέχεια προσπαθούν να λάβουν την εξουσία στο όνομα της "χαμένης δημοκρατίας". Για χάρη αυτής, σύμφωνα με το σχέδιό τους, θα γίνουν οι εγγυητές του νέου πολιτεύματος που ο Καίσαρας είχε μετατρέψει σε τυραννία για το λαό. Ο τρίτος, ο Μάρκος Αντώνιος, θα καταφέρει να πάρει τους πολίτες με το μέρος τους και να ανατρέψει τη στρατηγική των συνωμοτών. Χρησιμοποιώντας τη μαεστρία της γλώσσας του και τη ρητορική του δεινότητα ισοπεδώνει τους δολοφόνους του Κάισαρα μπροστά στους πολίτες, προκαλώντας την οργή τους και κάνει τους δολοφόνους να τραπόυν σε φυγή. Στο τέλος, ύστερα από μεγάλη μάχη, αρκετοί αυτοκτονούν και κάποιοι συλλαμβάνονται από το στρατό του Αντώνιου και του Οκτάβιου. Ο Βρούτος δίνει τέλος στη ζωή του, όντας το πραγματικό θύμα και παράλληλα ο αληθινός ήρωας της τραγωδίας και ιδού το γιατί.
 
                      
                           Ο Μάρκος Αντώνιος χειραγωγεί το λαό κατά των δολοφόνων του Καίσαρα.
      Ο Βρούτος, αν και στην αρχή προβάλλει κάποιες αντιρρήσεις, στη συνέχεια αυτές κάμπτονται. Στο δεύτερο συνεισφέρει ο φίλος του Κάσσιος, ο οποίος τον ωθεί στο να ηγηθεί της συνωμοτικής πράξης και δολοφονίας του Ιούλιου Καίσαρα με πρωταρχικό και ιερό σκοπό την προστασία της πατρίδας από τις τυραννικές πρακτικές του τελευταίου. Αν μάλιστα, κατά τον Κάσσιο, άφηναν τον Καίσαρα ελεύθερο να αποθεώνεται κι άλλο από τον κόσμο, τότε η μυθοποίησή του θα επέφερε και την πλήρη νομιμοποίησή του από το λαό, ώστε να εφαρμόσει μέτρα που εκείνος χωρίς οποιονδήποτε έλεγχο θα επέλεγε. Θα του έδινε, με άλλα λόγια, μια λευκή επιταγή να "αλωνίζει" στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Τα κίνητρα, βέβαια, του Κάσσιου είναι εντελώς άλλα και υποκρύπτοντα: Να γίνει Καίσαρας στη θέση του Καίσαρα.
     Από την άλλη ο Μάρκος Βρούτος, ιδεολόγος και θαρραλέος, μισεί τη διαφθορά και λατρεύει την πατρίδα του. Στο όνομά της αποφασίζει να δώσει ένα τέλος όχι στον Καίσαρα, όπως λέει, αλλά "στον Καισαρισμό, στου Καίσαρα το πνεύμα". Όπως τονίζει στη δεύτερη πράξη, σκηνή 1η: "Έτσι (εννοώντας την αφαίρεση της ζωής του Καίσαρα με θάρρος και όχι με μίσος) θα παρουσιάσουμε την πράξη μας πως ήταν έργο της ανάγκης και όχι του μίσους. Και όταν φανεί τέτοια στα μάτια του λαού, θα ονομαστούμε του τόπου εξαγνιστές κι όχι φονιάδες". Σας θυμίζει μήπως την επικαιρότητα στην Ελλάδα; Συνεχίζω... Τα αγαθά κίνητρα του Βρούτου, πάντως, φαίνονται και σε άλλα σημεία του σαιξπηρικού έργου. Ερμηνείες μπορούν να δοθούν πολλές και να είναι και ακραίες, όπως για παράδειγμα η καταδικαστέα νομιμοποίηση και η απενοχοποίηση της βίας, όταν καταλύεται ένα οιονεί ή και, πολύ περισσότερο, αμιγώς τυραννικό πολίτευμα ή ακόμη και μια υποτυπώδης δημοκρατία. Από την άλλη, ο Βρούτος μπορεί να χαρακτηριστεί ο επαναστάτης ενός κινούμενου ρεύματος από εποχή σε εποχή και από αιώνα σε αιώνα, ο οποίος, βλέποντας τα κακά που έρχονται, τα προλαβαίνει προβαίνοντας στη δολοφονία του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα. Τέλος, ο Βρούτος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η σιωπηρή βούληση του λαού για πολιτική αλλαγή. Η πρόκληση στους πολίτες της αίσθησης ότι εδώ και καιρό άγονται και φέρονται από φανφαρολογίες. Από όποια οπτική κι αν το δει κανείς, ο Σαίξπηρ καταφέρνει να πει πολλά και να υπονοήσει περισσότερα. Τέλος, θα ήταν καλό να επισημάνουμε το εξής σχετικά με τον χαρακτήρα του Βρούτου.  Προς το τέλος του έργου και δη στην τέταρτη πράξη, 2η σκηνή, λέει στον φίλο του Λουκίλιο: "Κάνεις την εικόνα ενός φίλου θερμού που κρυώνει η αγάπη του. Να προσέξεις, Λουκίλιε: όταν αρχίζει μια φιλία ν' αρρωσταίνει και να σβήνει, βάζει σε ενέργεια ψεύτικες ευγένειες και καμώματα αφύσικα. Η αγάπη, σαν είναι απλή και ακέραια, δε γνωρίζει καμώματα και τέχνες. Μα οι ψεύτικοι άνθρωποι είναι σαν κάτι άλογα που ξεκινούν όλο φωτιά και ορμούνε με περηφάνια δείχνοντας αντρεία και δύναμη. Μα μόλις έρθει η ώρα ναι νιώσουνε το αιματερό σπιρούνι, βάζουνε το κεφάλι κάτω, νικημένα (...)" Με άλλα λόγια,  η αγάπη μπορεί να λυτρώσει και μπορεί να σαρώσει. Μπορεί να σώσει και μπορεί να καταδικάσει. Μπορεί να σε κάνει άτρωτο και μπορεί να σε καταβάλει. Η πραγματική το πρώτο, η προσποιητή το δεύτερο. Και αυτό ισχύει και για τους ανθρώπους και για την πατρίδα.

   Ο Καίσαρας και κυρίως η ιδέα που αντιπροσωπεύει διαδραματίζει δευτερεύοντα αλλά νευραλγικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής του έργου. Ο Ιούλιος Καίσαρας παρουσιάζεται ολίγον ονειροπαρμένος, ένας ηλικιωμένος δεισιδαίμων εξουσιαστής που  τον έχει συνεπάρει η δόξα του παρελθόντος. Αν και πολλές φορές βοηθούμενος στη μάχη από άλλους πολεμιστές, εν τούτοις δεν του λείπει η γενναιότητα και η ηγετική ικανότητα. Αρνείται εσκεμμένα τρεις φορές τη στέψη του ως "Καίσαρα" και τυπικά, για να δημιουργήσει στο λαό την εικόνα ενός ταπεινού πλην τίμιου στρατηγού που δεν τον αφορούν οι τίτλοι και οι τιμές, αλλά το καλό του κοινωνικού συνόλου. Όμως, στο έργο φαίνεται εν τέλει, ότι τη δόξα δεν εμίσησε ουδείς. Θα σταθώ σε δύο σημεία των λόγων του Καίσαρα. Πρώτον, στη δεύτερη πράξη, σκηνή 2η, όπου αναφέρει ότι: "Ο δειλός πεθαίνει πριν από το θάνατό του πολλές φορές. Ο άντρας ο γενναίος δοκιμάζει ένα θάνατο μονάχα. Από όσα θαύματα έχω ως τώρα ακούσει, το πιο περίεργο απ' όλα είναι για μένα το πως φοβούνται οι άνθρωποι - ενώ ξέρουν πως ο θάνατος, που 'ναι τέλος βέβαιο για όλους, θα 'ρθει, σαν είναι η ώρα να 'ρθει." Λόγια θάρρους και ανδρείας, αν δεν ακολουθούσε η καθαρή ψευτοαυτοπεποίθησή του στη συνέχεια. Ο Σαίξπηρ απομυθοποιεί πλήρως το είδωλο της πολεμικής ανδρείας που ακούει στο όνομα Ιούλιος Καίσαρας βάζοντας στο στόμα του το εξής: "Όχι, ο Καίσαρας δεν κρύβεται μέσα στο σπίτι. Ο κίνδυνος το ξέρει πως ο Καίσαρας είναι πιο επικίνδυνος παρ' ότι αυτός ο ίδιος. Είμαστε οι δυο λιοντάρια γεννημένα την ίδια μέρα: και είμαι εγώ το πρώτο, και είμαι το τρομερότερο απ΄τα δυο. (...)" Η απομυθοποίηση έγκειται ακριβώς σ' αυτά τα λόγια. Όταν ονοματίζει κανείς μόνος του τις αρετές του, το πιο πιθανό είναι ότι δεν τις έχει. Όταν αφήνει τους άλλους να το κάνουν, το πιο πιθανό είναι ότι όποια θετικά λόγια κι αν πουν, και πάλι λίγα θα 'ναι.

     Προς το τέλος του έργου, ο Αντώνιος και ο Οκτάβιος συζητούν για το ποιοι θα ασκήσουν την εξουσία μετά το θάνατο του Καίσαρα κι ύστερα από την εξόντωση των συνωμοτών και δολοφόνων του. Ο Αντώνιος τάσσεται υπέρ της Δυανδρίας, αλλά τελικά περνά η γνώμη του Οκτάβιου περί Τριανδρίας. Ο τελευταίος προτείνει να συγκυβερνήσει και ο Λέπιδος, πέρα από τους δύο προαναφερόμενους. Ένας γενναίος άνδρας αλλά όχι τόσο πολιτικά οξυδερκής. Δέυτερο υπονοούμενο του Σαίξπηρ σχετικά με αυτούς που κυβερνούν στο όνομα - και πλέον κατά - του λαού. Όμως, συνήθως, χρειάζεται και κάποιος λιγότερο εύστροφος στην εξουσία, ώστε να γίνεται πιόνι στρατηγικών και συμφερόντων. Σας θυμίζει κάτι; Πού να διαβάσετε και τι λέει ο Αντώνιος για τον Λέπιδο στην τέταρτη πράξη, σκηνή 1η: "Αυτές τις χάρες, (του Λέπιδου), Οκτάβιε, τις έχει και τ' άλογό μου. Και για αυτό του δίνω να τρώει πολύ κριθάρι. Είναι ένα καλό ζώο που το μαθαίνω να πολεμάει, να στρέφεται, να στέκει, να τρέχει πάλι εμπρός. Την κάθε κίνηση που κάνει το κορμί του, την κυβερνάει το πνεύμα το δικό μου. Έτσι μοιάζει και ο Λέπιδος. Ανάγκη να τον μάθει κανένας, να τον γυμνάσει, να τον σπρώξει εμπρός. Είναι άνθρωπος με στείρο νου, ένα πνεύμα που θρέφεται με τα αποφάγια και όλα τα αποριξίδια, πιθηκίζοντας εκείνα που, άχρηστα και παλιά για όλους τους άλλους, γι' αυτόν μόλις αρχίζουν να είναι της μόδας". Και σ' αυτό το σημείο υποκλίνεται κανείς στο μεγαλείο του Σαίξπηρ για την ενορατική του ικανότητα, τη διορατική του ευστροφία και την πολιτική του ευθυκρισία.

      Ο Σαίξπηρ κατάφερε να προσαρμόσει την Πολιτική μέσα στην Τεχνη, με τέτοιο τρόπο ώστε ο αναγνώστης, να αναρωτιέται τελικά αν, ως πολίτης, άγεται και φέρεται ή αν πρέπει κάποια στιγμή να ξεκινήσει τη διεργασία της πνευματικής επανάστασης. Σαφώς αναίμακτης και ειρηνικής, αλλά από την άλλη δυναμικής και παρούσας στις εναλλαγές του κοινωνικού και πολιτικού τοπίου του κράτους.


*Η εξαιρετική μετάφραση ανήκει στο σπουδαίο ποιητή, συγγραφέα και μελετητή Κώστα Καρθαίο (ψευδώνυμο του Κλέανδρου Λάκωνα), εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2004.