Με αφορμή την πραγματικότητα που μας περιβάλλει, η έμπνευση ανταποκρίνεται...
Αν δεις στον ύπνο σου...
ελληνικά ομόλογα = κάποιος σε κακομελετά
Αν δεις στον ύπνο σου...
Τσίπρα γελαστό = κάποιος θα σε κοροϊδέψει κατάμουτρα
Αν δεις στον ύπνο σου...
Τσίπρα θλιμμένο = θα μπεις σε δύσκολες διαπραγματεύσεις
Αν δεις στον ύπνο σου...
τον ΓΑΠ = θύμα θα πέσεις
Αν δεις στον ύπνο σου...
Βενιζέλο να τρώει = στενοχώρια θα πάρεις
Βενιζέλο να μην τρώει = πάλι στενοχώρια θα πάρεις
Αν δεις στον ύπνο σου...
Κουτσούμπα = όχι θα σου πουν
Αν δεις στον ύπνο σου...
ότι μπαίνεις σε Κοινοβούλιο = σε μπελάδες θα σε βάλουν
ότι βγαίνεις από Κοινοβούλιο = ξύλο θα φας
ότι περπατάς έξω απ' το Κοινοβούλιο = μπελάδες σε περιτριγυρίζουν
Αν δεις στον ύπνο σου...
Μέρκελ = κρύο έρχεται
Αν δεις στον ύπνο σου...
ότι δίνεις ευρώ = χαρά θα σκορπίσεις
ότι παίρνεις ευρώ = θα σου ανεβάσουν τους τόκους του δανείου σου
Αν δεις στον ύπνο σου...
ότι ψηφίζεις ΝΔ = συναίνεση θα σου ζητήσουν
Αν δεις στον ύπνο σου Κασιδιάρη = ξύλο θα φας
Αν δεις στον ύπνο σου Κατρούγκαλο = θα σου μειώσουν τη βασική σύνταξη
Αν δεις στον ύπνο σου Κατρούγκαλο με σφιγμένα χείλη = θα σου κόψουν την επικουρική σύνταξη
Αν δεις στον ύπνο σου χαρούμενο Κατρούγκαλο = θα σου κόψουν και τις δύο συντάξεις
Αν δεις στον ύπνο σου Φίλη = θα λάβεις άσχημα μαντάτα για τις σπουδές σου
Αν δεις στον ύπνο σου Μητσοτάκη = μεγάλη ευμάρεια και μακροζωία σε περιμένει
Αν δεις στον ύπνο σου Σημίτη = τα ελαιοπερίβολά σου θα πιάσουν δάκο
Αν δεις στον ξύπνιο σου κάποιο από τα παραπάνω, ανοιγόκλεισε τα μάτια σου, μήπως και ονειρεύεσαι...
Ήταν Μάρτιος του 2015, όταν η σκηνοθέτρια, Κωνσταντίνα
Νικολαΐδη, εντόπισε ένα διήγημά μου στο προσωπικό μου ιστολόγιο. Το μικρό αυτό
διήγημα μιλούσε για έναν πολιτικό, ο οποίος είχε αποφασίσει να παραιτηθεί από
το αξίωμα του εκφωνώντας τον τελευταίο του λόγο στη Βουλή και αναφέροντας με
ειλικρίνεια τα κακώς κείμενα της σύγχρονης πολιτικής ζωής του τόπου. Το έργο
είχε τον τίτλο: «Ο μονόλογος ενός καθ’ ομολογία παράλογου», τίτλος που ομολογώ
πως με παίδεψε πάρα πολύ μέχρι να βρεθεί. Συνήθως όσα μυθιστορήματα, διηγήματα
και άρθρα είχα γράψει ως τότε, δεν με είχαν ταλαιπωρήσει, μέχρι να καταλήξω στον
κατάλληλο τίτλο. Μάλιστα, πολύ συχνά βρίσκω πρώτα τον τίτλο του έργου και
ύστερα δημιουργώ και ξετυλίγω την πλοκή του. Χρειάζομαι έναν ωραίο τίτλο, για
να με προκαλέσει να δημιουργήσω με βάση αυτόν. Εδώ συνέβη το αντίστροφο. Η
ανάγκη να βρεθεί ένας ειλικρινής και μετανιωμένος πολιτικός στις μέρες μας
έβαλαν φωτιά στα δάχτυλά μου και έγραψα ένα κείμενο, το οποίο από την αρχή
γνώριζα ότι δεν υπήρχε περίπτωση ούτε μία στο εκατομμύριο να ακουστεί ποτέ στο
ελληνικό κοινοβούλιο. Επομένως, η απόφαση ενός διεφθαρμένου πολιτικού να
μετανοήσει λέγοντας την αλήθεια και ζητώντας συγγνώμη από τον λαό ενώπιον των
συναδέλφων του, δικαιολογεί το «καθ’ ομολογία παράλογου» στον δεύτερο τίτλο του
έργου. Έχοντας υπόψη, βέβαια, ότι ο τίτλος είναι μεγάλος και δύσκολος για
θεατρική παράσταση, αποφασίσαμε να προκρίνουμε το «Εκτός ύλης», για τους εξής
δύο λόγους: Πρώτον, ο Υπουργός δεν εκφωνεί έναν συνηθισμένο, ξύλινο λόγο στη βουλή
των Ελλήνων. Επομένως βρίσκεται εκτός ατζέντας, εκτός της συνήθους
κοινοβουλευτικής ύλης. Δεύτερον, η απάθεια της
πλειοψηφίας των πολιτών απέναντι στις τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές
αλλαγές εξηγείται από το γεγονός ότι δεν είναι πνευματικά προετοιμασμένη, ώστε να
τις αντιμετωπίσει. Άλλωστε, ανέκαθεν ο τομέας της παιδείας χώλαινε στη χώρα μας.
Μαθαίναμε πάντοτε παπαγαλία ό,τι βρισκόταν στη διδακτέα ύλη. Όταν, λοιπόν,
έφτασε η στιγμή να αντιμετωπίσουμε δύσκολες και απαιτητικές προκλήσεις, δεν
μπορούσαμε να απαντήσουμε, να αντιδράσουμε. Η λύση στην οκνηρία είναι μονάχα
μία: η γενικότερη μόρφωση.
Φωτογραφία από πρεμιέρα:
Κωνσταντίνος Μουταφτσής
Φωτογραφία από πρεμιέρα:
Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Τάσος Κονταράτος
Φωτογραφία από πρεμιέρα:
Μαγδαληνή Παλιούρα
Το έργο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική
Αφού, λοιπόν, η Κωνσταντίνα εντόπισε το παραπάνω κείμενο - διήγημα στο διαδίκτυο, με ρώτησε αν υπήρχε ολόκληρος ο
μονόλογος, ώστε να τον διαβάσει. Όταν της εξήγησα ότι δεν υπήρχε κάποιος
μονόλογος, αλλά απλώς εγώ είχα δώσει αυτόν τον τίτλο στο έργο, προς στιγμή απογοητεύτηκε.
Όμως δεν μπορούσα να αφήσω την ευκαιρία να πάει χαμένη. Ο νους μου ασφαλώς δεν
είχε φτάσει μέχρι το ανέβασμα του έργου. Ενθουσιάστηκα μόνο και μόνο με την
ιδέα ότι μια θεατρική σκηνοθέτρια ενδιαφέρθηκε να διαβάσει ένα τέτοιο κείμενο.
Αφού, λοιπόν, της ανέφερα ότι έγραφα λογοτεχνία εδώ και περίπου 10 χρόνια και
ότι λάτρευα το θέατρο, τη ρώτησα αν ήθελε να έγραφα το έργο. Εκείνη συμφώνησε
αμέσως. Όταν το ολοκλήρωσα, της το έστειλα έχοντας την αγωνία που έχει το
πρωτάκι την πρώτη του μέρα στο δημοτικό. Μου απάντησε ότι εντυπωσιάστηκε και
ότι θα ήθελε να συνεργαστούμε. Έτσι, ξεκίνησα να επεξεργάζομαι το κείμενο και
να το τροποποιώ με σκοπό την ομαλή προσαρμογή του έργου πάνω στο θεατρικό
σανίδι. Έγραφα με γνώμονα τη φαντασία και μόνο. Δεν είχα στο νου μου κανένα
απολύτως πολιτικό πρόσωπο, ούτε γνώριζα ποιος ηθοποιός επρόκειτο να υποδυθεί
τον Υπουργό. Αυτό το τελευταίο βοήθησε αρκετά στην πλήρη ανάπτυξη του ρόλου,
χωρίς καμία παράπλευρη επιρροή ιδιοσυγκρασίας συγκεκριμένου ατόμου. Μόλις έμαθα
ότι τον Υπουργό θα υποδυθεί ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, ενθουσιάστηκα. Ο Γεράσιμος
κάνει άψογη χρήση του προσόντος του «χαμαιλέοντα», όπως το λέω, δηλαδή μπορεί
να ελίσσεται υποκριτικά αλλάζοντας ύφος ανά πάσα στιγμή, ακολουθώντας τις
διακυμάνσεις του κειμένου. Ο μονόλογος δεν αποτελεί έναν ξύλινο πολιτικό λόγο,
αλλά κυρίως την απολογία, την εξομολόγηση ενός για χρόνια διεφθαρμένου
πολιτικού (απευθυνόμενου προς τον εαυτό του κυρίως και προς τους άλλους στη συνέχεια), ο οποίος έχει φτάσει στην άκρη του γκρεμού και προσπαθεί να σωθεί
την τελευταία στιγμή.
Η πρώτη εκδοχή του έργου άλλαξε ελαφρώς μορφή, καθώς ο λόγος
ήταν αρκετά μεγάλος και έπρεπε να συμπυκνωθεί σε θεατρικό, ρεαλιστικό χρόνο.
Έπειτα, αποφασίστηκε να προσθέσω και κάποιες αναμνήσεις, ώστε να αναδειχθεί περισσότερο
η ανθρώπινη πλευρά του ήρωα και να σπάσει το «πολιτικό μονότερμα». Επίσης,
χάρηκα πολύ, όταν η σκηνοθέτρια αποδέχτηκε την πρότασή μου να μπουν δύο ηχητικά
αποσπάσματα, ένα από τον Μάνο Χατζιδάκι και ένα από τον Μανόλη Αναγνωστάκη. Το
πρώτο, από τα σχόλια του Τρίτου, αφορά το τέρας, τη φρίκη και τη ροπή των
πολιτών να τη συνηθίζουν, χάνοντας κάθε έναυσμα για πνευματική αντίσταση. Το
δεύτερο είναι παρμένο από το «Η αγάπη είναι ο φόβος», ένα συγκλονιστικό ποίημα
του Μανόλη Αναγνωστάκη, που μιλά για τις τραγικές συνέπειες της σιωπής των
πολιτών.
Δεν σας κρύβω ότι, όταν έγραφα, στο νου μου είχα ένα πολύ απλό
σκηνικό: Ένα βήμα με έναν προβολέα να φωτίζει τον πολιτικό, ο οποίος, χαμένος
στα χαρτιά του αλλά και στις σκέψεις του, κάνει τη μεγάλη μεταστροφή. Η
Πολυτίμη Μαχαίρα, η σκηνογράφος μας, μαζί με την Κωνσταντίνα, όμως, ήθελαν να δώσουν έναν πλήρως πραγματικό τόνο στο έργο κι έτσι,
έφεραν το κοινοβούλιο στο θέατρο Αλκμήνη, επιλογή που με κέρδισε και με εντυπωσίασε και είμαι
σίγουρος ότι θα κερδίσει και θα εντυπωσιάσει αντίστοιχα τον κόσμο που θα παρακολουθήσει την παράσταση, επιλέγοντας είτε τον ρόλο του πολιτικού είτε αυτόν του πολίτη (ένα ευφυές εύρημα της σκηνοθέτριας).
Η αλήθεια είναι ότι δεν περιμένω πλέον μέσα από το έργο να
αλλάξει ο κόσμος. Θα 'ταν μια υπεραισιόδοξη, ουτοπική μεγαλοστομία... Αυτό που θα με
ικανοποιούσε βαθιά θα ήταν ένα απλό σκούντημα. Καμιά φορά, ξέρετε, το ήρεμο σκούντημα
σε κακούς καιρούς μοιάζει με το ήπιο φύσημα του ανέμου σε κακό καιρό: μπορεί να
δημιουργήσει χιονοστιβάδα.
Το τρέιλερ της παράστασης
Οι συντελεστές της παράστασης: Οι επιτυχημένες, τουλάχιστον ποιοτικά, δουλειές έχουν πίσω τους μια δημιουργική και δεμένη ομάδα. Αυτή δεν θα μπορούσε να λείψει ούτε στην περίπτωσή μας. Στο τιμόνι της σκηνοθεσίας και του υπέροχου αυτού αποτελέσματος η Κωνσταντίνα Νικολαΐδη. Στην ερμηνεία ο συγκλονιστικός Γεράσιμος Σκιαδαρέσης. Μαζί του παίζουν οι εξαίρετοι ηθοποιοί: Κωνσταντίνος Μουταφτσής, Μαγδαληνή Παλιούρα και Τάσος Κονταράτος (οι δύο πρώτοι και βοηθοί σκηνοθέτη). Τα σκηνικά που σε μεταφέρουν απευθείας στην ατμόσφαιρα του κοινοβουλίου είναι της ταλαντούχου σκηνογράφου Πολυτίμης Μαχαίρα. Η εξαιρετική μουσική επένδυση του Γιώργου Περού. Οι πανέμορφες φωτογραφίες και τα βίντεο της Αλεξάνδρας Μασμανίδη. Το ευφάνταστο σκίτσο της αφίσας της Ιουλίας Μακρή και η άρτια γραφιστική επιμέλεια του Γιάννη Στιβανάκη. Τέλος, η προώθηση της παράστασης της Άντζυς Νομικού. Σας ευχαριστώ όλους θερμα!
το θεατρικό μου έργο "Εκτός ύλης ή ο μονόλογος ενός καθ' ομολογία παράλογου", ύστερα από τη βράβευσή του, τον Ιανουάριο του 2016, από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών, ανεβαίνει στις 22 Οκτωβρίου στο θέατρο Αλκμήνη με τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνας Νικολαΐδη. Επίσης, τον ίδιο μήνα θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κριτική. Παρακάτω παραθέτω το σημείωμά μου, το οποίο θα συμπεριληφθεί στον πρόλογο του βιβλίου.
Ο μονόλογος ενός καθ’ ομολογία παράλογου...
Το έργο αυτό αποτελεί προϊόν ενός πνιγμού, μιας ανάγκης για την αλήθεια. Και
πριν σας πω δυο λόγια για αυτό, οφείλω να αναφερθώ στη σπίθα της δημιουργίας
του. Ήταν Μάρτιος του 2015, όταν η σκηνοθέτης Κωνσταντίνα Νικολαΐδη εντόπισε
ένα διήγημά μου στο προσωπικό μου ιστολόγιο που είχε τον τίτλο: «Ο μονόλογος
ενός καθ’ ομολογία παράλογου». Το μικρό αυτό διήγημα, θα ’ταν δε θα ΄ταν δυο
σελίδες, είχε να κάνει με έναν πολιτικό, ο οποίος είχε αποφασίσει με μεγάλο
ψυχικό σθένος να παραιτηθεί από το αξίωμα του εκφωνώντας τον τελευταίο του λόγο
στη Βουλή και αναφέροντας με ειλικρίνεια τα κακώς κείμενα της σύγχρονης
πολιτικής ζωής του τόπου. Η ιδέα να ανέβει ένας τέτοιος μονόλογος στο θέατρο συνάρπασε
την Κωνσταντίνα, μου το πρότεινε κι έτσι ανέλαβα τη συγγραφή ενός κειμένου, που
αποτελεί προϊόν της υπαγόρευσης πρώτα της ψυχής μου κι ύστερα του νου. Η επαφή
μου με το σανίδι μέχρι τότε συνέπιπτε με εκείνη ενός θεατή και ένθερμου οπαδού
του θεάτρου: είχα παρακολουθήσει δεκάδες θεατρικά και είχα διαβάσει άλλα τόσα
έργα μεγάλων δημιουργών.
Το έργο, αγαπητοί φίλοι, κινείται...
εκτός ύλης. Δεν έχει σχεδόν καμία επαφή με τον ρεαλισμό, διότι μιλά για την
αλήθεια όσο οξύμωρο κι αν αυτό ακούγεται. Μια αλήθεια που πολύ φοβάμαι πως δεν
πρόκειται να ακουστεί από χείλη πολιτικού. Τόσο απλό πράγμα η αλήθεια μα και
τόσο δύσκολο παράλληλα... Έναυσμα της συγγραφής η αγανάκτηση και η αδήριτη
ανάγκη να βρεθεί ένας ή μία πολιτικός επιτέλους, οι οποίοι κάποια στιγμή θα ξεχάσουν
τα κομψά ρούχα που τους τυλίγουν και θα θυμηθούν τον άνθρωπο που κρύβεται μέσα
σε αυτά. Μιλάμε καθημερινά για ανθρώπους και έχουμε ξεχάσει την ανθρωπιά στη
γωνία. Επομένως, ναι. Το έργο αυτό βρίσκεται εκτός παραγματικότητας. Στόχος μου
δεν ήταν ένας καταγγελτικός λόγος αλλά η διαπίστωση των λαθών και των ψεμάτων
από τον ίδιο τον θύτη. Αυτή η διαβρωτική και παράλληλα λυτρωτική αναγνώριση
δίνει το σινιάλο για μια απαραίτητη αλλαγή νοοτροπίας. Ο λόγος του πολιτικού θίγει
διαχρονικά ζητήματα που πρωταγωνιστούν στη νεοελληνική ιστορία. Επίσης, κύριο
μέλημά μου ήταν να παρουσιαστεί κομματικά αχρωμάτιστος. Ο βουλευτής δεν διστάζει να απευθυνθεί σε όλους
ανεξαιρέτως τους συναδέλφους του, ως σώμα και να τους αναφέρει, απαλλαγμένος
πλέον από υποβόσκουσες σκοπιμότητες, τα βαριά τους ολισθήματα. Ολισθήματα που
στοίχησαν στο λαό ορισμένα χρόνια από το παρόν του και αρκετά από το μέλλον
του...
Δεν ανήκω σε κανένα κόμμα. Ανήκω μόνο
σε μια Ελλάδα, όπως θα έπρεπε να είναι. Οι γενιές του ’80 και του ’90 έχουν
υποθηκευτεί. Όμως μια υποθήκη δεν συνεπάγεται απαραιτήτως και ξεπούλημα, όσο
υπάρχουν ακόμη φωνές, όσο υπάρχουν λόγοι που κρατούν την αισιόδοξη φλόγα του «μήπως και...» αναμμένη. Αυτές οι φωνές
μπορούν να βρουν τον εκφραστή τους μέσα από τα παιδιά. Τα παιδιά της Ελλάδας,
τα οποία αυτή τη στιγμή βλέπουν τη χώρα σαν καιόμενο φοίνικα, που περιμένει με
ανεξάντλητη καρτερία κάποια στιγμή να αναγεννηθεί. Μόνο αν γλιτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα...
Ο μονόλογος αποτελείται από τρεις
πράξεις. Η πρώτη πράξη είναι εισαγωγική της πλοκής και υπηρετεί κυρίως
σκηνοθετικές ανάγκες. Η δεύτερη περιλαμβάνει τον... παράλογο - για τα δεδομένα
και τις συνθήκες της εποχής του - λόγο του βουλευτή, καθώς και τέσσερις σκηνές
αναδρομής στο παρελθόν του. Τέλος, η επιλογική πράξη κλείνει το έργο με έναν
ρεαλιστικό τρόπο, χαρακτηριστικό της ίδιας της ζωής: γλυκόπικρα.
Χαίρομαι πολύ που θα δοθεί στο κοινό
η ευκαιρία να δει τους κυβερνώντες, όπως θα έπρεπε να είναι ή, έστω, όπως την
τελευταία στιγμή θα μπορούσαν να γίνουν. Οφείλεται μία «συγγνώμη» εδώ και
χρόνια σε έναν λαό που δοκιμάζεται, σε έναν λαό που υπέκυψε στο δόλωμα των
εύκολων λύσεων και διάβαζε μόνο την... ετοιμοπαράδοτη διδακτέα ύλη. Σ’ αυτό το
έργο, λοιπόν, έρχεται αυτή η συγγνώμη έστω και αργοπορημένα, έστω και με τη
βοήθεια της συγγραφικής φαντασίας και της θεατρικής πραγματικότητας.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω πολύ την
Κωνσταντίνα Νικολαΐδη για την ευφάνταστη σκηνοθεσία της, όπως και τον Γεράσιμο
Σκιαδαρέση για τη συγκλονιστική του ερμηνεία. Επίσης, ευχαριστώ θερμά το θέατρο
«Αλκμήνη» που δίνει το βήμα σε νέες φωνές με όρεξη για δημιουργία και όλους
τους συντελεστές της παράστασης για το άρτιο αποτέλεσμα. Τέλος, ευχαριστώ πολύ
τη Μάγγη Μίνογλου για την εμπιστοσύνη της να επιμεληθεί εκδοτικά η «Κριτική» την
έντυπη μορφή του κειμένου.
Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω
από τα βάθη της καρδιάς μου την οικογένειά μου που με στηρίζει ορατά και
αόρατα.
Η θεμελιώδης αρχή του Ποινικού Δικαίου και ο βασικός κορμός σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας αποτελούν τον κεντρικό θεματικό άξονα του έργου: Εν αμφιβολία υπέρ του κατηγορουμένου. (Πρωτότυπο κείμενο του Reginald Rose, που αποτέλεσε επίσης και το κινηματογραφικό ντεμπούτο του Sidney Lumet.) Η παράσταση που εξακολουθεί να παίζεται με απόλυτη επιτυχία στο θέατρο Αλκμήνη στον Κεραμεικό με τα ηνία της σκηνοθετικής σκακιέρας στην Κωνσταντίνα Νικολαΐδη, η οποία, μαζί με τον Νότη Παρασκευόπουλο, επεξεργάστηκαν και μετέφεραν το κείμενο στην ελληνική γλώσσα. Η υπόθεση είναι η εξής: Βρισκόμαστε στη Νέα Υόρκη το 1957. Ένα αλλοδαπό αγόρι 16 ετών κατηγορείται για τον φόνο του πατέρα του και οι 12 ένορκοι πρέπει να αποφασίσουν για την καταδίκη ή την αθώωσή του.
Η παράσταση ξεκινά άμεσα και χωρίς χρονοτριβές φτάνει σε λίγα λεπτά στην ουσία: στην επιχειρηματολογία υπέρ ή κατά της αθώωσης του παιδιού. Σημειωτέον ότι σε περίπτωση καταδικαστικής απόφασης, η ποινή που απειλείται είναι ο θάνατος. Η ατμόσφαιρα εισάγει τον θεατή αμέσως στο τότε κλίμα της εποχής. Σε αυτό βοηθούν τα εύστοχα επιλεγμένα κοστούμια (Κική Μήλιου), η επιμελημένη επίπλωση του χώρου (David Negrin), η επιβλητική μουσική (Γιώργος Περού) και κυρίως ο άψογος φωτισμός, που προσδίδει τον κατάλληλο μυστικιστικό τόνο στην ατμόσφαιρα (Αλέξανδρος Αλεξάνδρου). Πρώτος στόχος επετεύχθη: η συμμετοχή του θεατή σαν να ήταν ο ίδιος ένορκος και να ψήφιζε.
Κι ενώ ίσως κάποιος θα χαρακτήριζε "κλειστοφοβικό" το σκηνικό, όπου εκτυλίσσεται η πλοκή, κάθε άλλο παρά μειονέκτημα θα μπορούσε να αποτελέσει. Ποιος δεν θα 'θελε, άλλωστε, να κοιτά μέσα από την κλειδαρότρυπα το κονκλάβιο καρδιναλίων τη στιγμή της κρίσιμης ψηφοφορίας περιμένοντας τον λευκό καπνό; Έτσι, λοιπόν, κι εδώ αποδεικνύεται για ακόμη μία φορά ότι οι πιο ταπεινές και προσεγμένες δουλειές, χωρίς να είναι απαραιτήτως πολυδάπανες, όχι μόνο παράγουν αλλά αναπαράγουν πολιτισμό, γαλουχώντας μέρα με τη μέρα και καινούριους θεατές.
Η εξέλιξη της πλοκής κλιμακώνεται με το πέρασμα της ώρας και αυτό γιατί τα επιχειρήματα υπέρ της αμφιβολίας της ενοχής του κατηγορουμένου όλο και αυξάνονται. Οι φωνές των ενόρκων γίνονται όλο και πιο δυνατές και σιγά - σιγά το σκορ ανατρέπεται από το αρχικά απογοητευτικό 11-1, υπέρ της καταδίκης. Ο ένορκος Νο 8 (Χριστόδουλος Στυλιανού) σαν άλλη αλογόμυγα του Σωκράτη σπείρει υπόνοιες αμφισβήτησης των μαρτυρικών καταθέσεων και των αποδεικτικών στοιχείων και όχι άδικα. Έχοντας υπόψη ότι ο αυτεπαγγέλτως διοριζόμενος δικηγόρος από το δικαστήριο δεν συνδέεται με τον κατηγορούμενο με πελατειακή σχέση με συνέπεια να μην τον ενδιαφέρει η έκβαση της υπόθεσης αφενός και ότι ο κάθε ένορκος χωριστά βιάζεται να ψηφίσει, για να γυρίσει στην καθημερινότητά του αφετέρου, θα 'λεγε κανείς ότι θα 'ταν ζήτημα λίγων λεπτών η καταδικαστική ετυμηγορία. Όμως με την πάροδο του χρόνου το ζήτημα του ότι μία ανάταση των χεριών μπορεί να βοηθήσει στην κατάβαση μιας ψυχής στον Άδη ή αλλιώς ότι οι ένορκοι μπορούν να παίξουν μια ζωή κορώνα - γράμματα κάθε άλλο παρά διεκπεραιωτικό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Έχουμε αρκετές κορυφώσεις, οι οποίες καταλήγουν σε μεγάλες λεκτικές αλήθειες ή ακόμη μεγαλύτερες σιωπές αμφιβολίας.
Η σκηνοθέτης πιάνοντας εύστοχα το πνεύμα μιας παρέας ανδρών που γνωρίζονται αναγκαστικά, ώστε να υπηρετήσουν την αποστολή και τον σκοπό, για τον οποίο τους διόρισε η Πολιτεία, καταφέρνει να δέσει πολύ όμορφα τις αντιρρήσεις τους. Ο πιο λογικός διαδέχεται τον οξύθυμο κ.ο.κ. Τα κωμικά διαλείμματα αποκλιμάκωσης δεν λείπουν - βλ. κωμικές στιγμές από τον Ένορκο Νο3 κυρίως - , αποτελώντας το αλατοπίπερο στο εγκεφαλικό αυτό θρίλερ, δημιουργώντας έτσι ένα "δικαστικό Sleuth".
Η κλιμακωτή δράση χωρίζεται σε συνεχείς (νέες) ψηφοφορίες, όπου οι ένορκοι, ο ένας μετά τον άλλο, αλλάζουν τη γνώμη τους. Τα επιχειρήματα δίνουν και παίρνουν, η απόγνωση κορυφώνεται και η αμφιβολία διαχέεται όλο και περισσότερο στην ατμόσφαιρα. Τα δευτερεύοντα ζητήματα που θίγονται δεν παύουν να είναι ακανθώδη: προκατάληψη κατά των μεταναστών, πατριαρχικά πρότυπα οικογενειών και αυταρχισμός είναι μερικά από αυτά με κορωνίδα τους την ανάγκη ύπαρξης ή μη της θανατικής ποινής ακόμη και στις μέρες μας. Ένα ακόμη ερώτημα θα μπορούσε να 'ναι και το αν πραγματικά χρειάζονται οι ένορκοι ή αν θα εξασφαλιζόταν μια δικαιότερη δικαστική απόφαση αν αποφάσιζαν μόνο δικαστές, άτομα δηλαδή με νομικές γνώσεις. Την απάντηση μας τη δίνει το ίδιο το έργο: Αν ο συνήγορος υπεράσπισης υποπέσει σε κάποιο σφάλμα και η έδρα δεν είναι αρκούντως προσεκτική, τότε η νομική βασιμότητα των ισχυρισμών συντρίβεται στη στιγμή. Το σώμα των ενόρκων, από την άλλη, αντιπροσωπεύει την κοινή πείρα, τους απλούς πολίτες, οι οποίοι, αν και χωλαίνουν σε νομικό επίπεδο, εντούτοις είναι περισσότερο "τσαλακωμένοι" μέσα στην και από την κοινωνία. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο μπορούν να καταλάβουν ευκολότερα τα κίνητρα και την ψυχοσύνθεση του εκάστοτε κατηγορούμενου.
Αυτός ο ακροβατισμός ανάμεσα στον ενδοιασμό και τη βεβαιότητα μεταδίδεται στο κοινό στο έπακρο μέσα από τις άψογες ερμηνείες όλων ανεξαιρέτως των ηθοποιών.
Αρκεί ένα "όχι" μπροστά στα αδηφάγα "ναι", για να κάνει την ανατροπή; Μπορεί μια φωνή να ανατρέψει μια ήδη προειλημμένη απόφαση; (παραλληλισμός πρώτος του γράφοντος με την εθνική οικονομική κρίση) Η δύναμη της μειοψηφίας, όταν καταλαγιάζει η αντάρα από το συνονθύλευμα των φωνών των δημοκρατών συμπολιτών, ίσως τελικά και να μην αντιπροσωπεύει τον αρχικό μειοψηφικό αριθμό (ή καλύτερα μυωψ-ηφικό;) Το δικαίωμα ακρόασης, όταν παίζονται ανθρώπινες ζωές (παραλληλισμός δεύτερος του γράφοντος με την εθνική οικονομική κρίση), πρέπει να δίνεται σε κάθε άνθρωπο, ανεξαρτήτως των καταβολών του ή των πολιτικών / προσωπικών του προσανατολισμών. Στο έργο θίγονται διαχρονικοί προβληματισμοί, που περνούν υποσυνείδητα στον θεατή, κάνοντάς τον να σκεφτεί μήπως έσφαλε, επειδή βιάστηκε να κλείσει το παράθυρο του αυτοκινήτου του στον περαστικό επαίτη ή μήπως βιάστηκε να γιουχαΐσει τον αλλοδαπό σημαιοφόρο μαθητή.
Εν αμφιβολία υπέρ του κατηγορουμένου λοιπόν, ή αλλιώς, όπως έλεγαν και οι Λατίνοι, "in dubio pro reo". Η αυλαία πέφτει, τα φώτα σβήνουν, οι ένορκοι γίνονται πάλι πολίτες και οι θεατές υποψήφιοι ένορκοι, που, φεύγοντας από το θέατρο Αλκμήνη, μπορούν με παρρησία να απαντήσουν στο δίλημμα για το ποιο εκ των δύο θα 'ταν τελικά καλύτερο: Η καταδίκη ενός αθώου ή η αθώωση ενός ενόχου;
Ορυμαγδός. Σε όλα τα επίπεδα. Αυτό αρκεί, για να περιγράψει την κατάσταση. Και γεμάτες καφετέριες επίσης. Και αυτό αρκεί, για να περιγράψει την αντίδραση για την ως άνω κατάσταση. Όμως, δεν γενικοποιώ. Θα 'ταν μέγα σφάλμα. Γιατί, κάπου κρυμμένοι και κρυμμένες, βρίσκονται σε μικρά δωμάτια, πολύχρωμους διαδρόμους, χαμηλοτάβανα σπίτια ή χρεωμένα ευρύχωρα δυάρια οι εργαζόμενοι, που πλέον πληρώνουν τις αμαρτίες των εργοδοτών τους. Και μιλώ για τους αφανείς ήρωες, που, πέραν του ότι είναι πάμπολλοι στην Ελλάδα του σήμερα, εντοπίζονται κυρίως σε εκείνους που βλέπουν καθημερινά και σε μεγάλο βαθμό να χάνεται το έδαφος κάτω από τα πόδια τους.
Αφορμή για το άρθρο μου δόθηκε από την επίσκεψή μου στο κοντινό κατάστημα της κατοικίας μου Carrefour Μαρινόπουλος. Αν και άδειο, ήθελα με κάποιο τρόπο να υπενθυμίσω σε αυτούς τους ανθρώπους ότι υπάρχει έξω κόσμος που θυμάται την επιχείρηση γεμάτη εμπόρευμα και πιστεύει ότι μπορεί να σωθεί, όχι ως τέτοια, δηλαδή ως φορέας πλούτου των βασικών εταίρων της, αλλά ως φορέας εργασίας των οικογενειών, των γυναικών και των αντρών που κοντεύουν τα 50. Των ανθρώπων εκείνων που δεν ξέρουν αν σε μια εβδομάδα θα έχουν δουλειά ή αν θα μπορούν να βάλουν βενζίνη, για να πάνε στη δουλειά που δεν τους πληρώνει. Ηλεκτρονική, Μαρινόπουλος, Jetoil, Mega channel, Alex Pak, Puma, Sato, Neoset, Sprider Stores, Fokas πτώχευσαν. Ουσιαστικά όλες, τυπικά οι περισσότερες. Δεν θα σταθώ για πολύ στο βλακώδες μένος ορισμένων που χαίρονται με τη χρεοκοπία των εταιριών, επειδή έτσι νιώθουν ότι τιμωρούν τους εργοδότες και το κεφάλαιο. Κάτω από το "κεφάλι" υπάρχουν άλλα όργανα που το κινούν, που ίσως να είναι και τα βασικότερα της όλης λειτουργίας.
Ήρωες, λοιπόν, δεν είναι μόνο όσοι κάποτε πάλεψαν να φύγει η σκλαβιά, για να έρθει πλέον μία "κοσμιότερη" δουλεία. Ήρωες είναι και όσοι εξακολουθούν να πιστεύουν σε ένα "αύριο" που θα είναι ίσως και κάπως καλύτερο. Ήρωες είναι όσοι ελεύθεροι επαγγελματίες έχασαν την ελευθερία τους. Ήρωες είναι όσοι υπομένουν καρτερικά τη μείωση των μισθών τους ή την υποτίμηση της αξιοπρέπειάς τους με τον φόβο της απόλυσης. Ήρωες είναι όσα παιδιά καταπίνουν τη λύπη τους που δεν μπορούν να κάνουν διακοπές σε σχέση με άλλους συμμαθητές τους, που τους ρωτούν επίμονα πού θα πάνε. Ήρωες είναι όσοι επιμένουν να ερωτεύονται χωρίς να έχουν τα χρήματα να κεράσουν. Ήρωες είναι όσοι εμπιστεύονται την υγεία τους σε νοσοκομεία χωρίς γάζες.
Αυτά και τίποτα παραπάνω. Είπα ότι θα μιλήσω για ήρωες. Εκείνοι μιλούν σιωπηλά με την ψυχή τους.
Δύσκολες εποχές... Ας θυμηθούμε ένα ωραίο ποίημα...
Ο Τζόζεφ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ ήταν Βρετανός διηγηματογράφος, ποιητής και μυθιστοριογράφος, κυρίως γνωστός για τις παιδικές του ιστορίες και τις ιστορίες και τα ποιήματα για τους Βρετανούς στρατιώτες στην Ινδία.
Αν μπορείς να κρατάς το κεφάλι ψηλά όταν γύρω σου όλοι τον εαυτό τους εχάσαν δειλά, και για τούτο μαζί σου τα βάζουν, στον εαυτό σου αν μπορείς να 'χεις πίστη όταν όλοι για σένα αμφιβάλλουν μα κι αδιάφορος να 'σαι κι ορθός στις δικές τους μπροστά αμφιβολίες, αν μπορείς να υπομένεις χωρίς ν' αποστάσεις ποτέ καρτερώντας, ή μπλεγμένος με ψεύτες, μακριά να σταθείς, αν μπορείς απ' το ψέμα κι αν γενείς μισητός, να μη δείξεις στρατί στο δικό σου το μίσος, κι ούτε τόσο καλός να φανείς κι ούτε τόσο σοφά να μιλήσεις,
αν μπορείς να ονειρεύεσαι δίχως να γίνεις του ονείρου σου σκλάβος, αν μπορείς να στοχάζεσαι δίχως τη σκέψη να κάνεις σκοπό σου, αν μπορείς την λαμπρήν ανταμώνοντας Νίκη ή τη μαύρη φουρτούνα, να φερθείς με τον ίδιο τον τρόπο στους δυο κατεργάρηδες τούτους, αν μπορείς να υποφέρεις ν' ακούς την αλήθεια που ο ίδιος σου είπες, στρεβλωμένη από αχρείους, να γενεί μια παγίδα για ηλίθιους ανθρώπους, ή αν τα όσα η ζωή σού έχει δώσει αντικρίσεις συντρίμμια μπροστά σου, κι αφού σκύψεις, ν' αρχίσεις ξανά να τα χτίζεις με σκάρτα εργαλεία,
αν μπορείς να σωριάσεις μαζί τ' αγαθά και τα κέρδη σου όλα, κι αν τολμήσεις με μια σου ζαριά όλα για όλα να παίξεις και να χάσεις τα πάντα και πάλι απ' την πρώτη σου αρχή να κινήσεις, και να μην ψιθυρίσεις ποτές ούτε λέξη για τα όσα έχεις χάσει, κι αν μπορείς ν' αναγκάσεις με βία, την καρδιά σου, τα νεύρα, το νου σου, να δουλέψουν για σέναν ακόμα κι αφού τσακιστούνε στο μόχθο, και ν' αντέξεις σ' αυτό σταθερά όταν τίποτε εντός σου δεν θα 'χεις άλλο εξόν απ' τη θέληση που όρθια θα κράζει σε τούτα «Κρατάτε»,
αν μπορείς να μιλάς με τα πλήθη κι ακέριος στο ήθος να μένεις, ή αν βρεθείς με ρηγάδες χωρίς τα μυαλά σου να πάρουν αέρα, κι αν ποτέ, ούτε οι φίλοι ούτε οι εχθροί να σε κάνουν μπορούν να πονέσεις, τον καθένα αν ζυγιάζεις σωστά και κανέναν πιο πρόσβαρα απ' άλλον, αν μπορείς να γεμίζεις το αμείλιχτο ένα λεφτό της κάθε ώρας στην αξία των εξήντα μοιραίων δευτερόλεφτων της διαδρομής του, τότε θα 'ναι όλη η Γη σα δικιά σου, ως και κάθε που υπάρχει σε τούτη, και —περισσότερο ακόμα— θε να 'σαι ένας άνθρωπος πλέριος, παιδί μου.
η συγκίνηση μεγάλη και η προσμονή ακόμη μεγαλύτερη: Το έργο μου "ο μονόλογος ενός καθ' ομολογία παράλογου" (παραλόγου ο λόγιος τύπος) ανεβαίνει στο θέατρο Αλκμήνη στον Κεραμεικό τον ερχόμενο Νοέμβριο σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνας Νικολαΐδη και ερμηνεία Γεράσιμου Σκιαδαρέση.
Το έργο αποτελεί προϊόν ενός πνιγμού, μιας
ανάγκης για την αλήθεια. Και πριν σας πω δυο λόγια για αυτό, οφείλω να αναφερθώ
στη σπίθα της δημιουργίας του. Ήταν Μάρτιος του 2015, όταν η σκηνοθέτης
Κωνσταντίνα Νικολαΐδη εντόπισε ένα κείμενό μου στο προσωπικό μου ιστολόγιο που
είχε τον τίτλο: «Ο μονόλογος ενός καθ’ ομολογία παράλογου». Το μικρό αυτό διήγημα,
θα 'ταν δε θα 'ταν μια σελίδα, είχε να κάνει με έναν πολιτικό, ο οποίος είχε
αποφασίσει με μεγάλο ψυχικό σθένος να παραιτηθεί από το αξίωμα του εκφωνώντας
τον τελευταίο του λόγο στη Βουλή και αναφέροντας με ειλικρίνεια τα κακώς
κείμενα της σύγχρονης πολιτικής ζωής του τόπου. Η ιδέα να ανέβει ένας τέτοιος
μονόλογος στο θέατρο συνάρπασε την Κωνσταντίνα, μου το πρότεινε κι έτσι ανέλαβα
τη συγγραφή ενός κειμένου, που αποτελεί αποτέλεσμα της υπαγόρευσης πρώτα της
ψυχής μου κι ύστερα του νου. Η επαφή μου με το θέατρο μέχρι τότε συνέπιπτε με
αυτή ενός θεατή και ένθερμου οπαδού του θεάτρου: είχα παρακολουθήσει δεκάδες
θεατρικά και είχα διαβάσει άλλα τόσα έργα μεγάλων δημιουργών.
Το έργο, αγαπητοί φίλοι, είναι
σουρεαλιστικό και αυτό, γιατί μιλά για την αλήθεια όσο οξύμωρο κι αν αυτό
φαίνεται. Μια αλήθεια που πολύ φοβάμαι πως δεν πρόκειται να ακουστεί από στόμα πολιτικού.
Τόσο απλό πράγμα η αλήθεια μα και τόσο δύσκολο παράλληλα. Έναυσμα της συγγραφής
η αγανάκτηση και η αδήριτη ανάγκη να βρεθεί ένας ή μία πολιτικός, οι οποίοι
κάποια στιγμή θα ξεχάσουν τα κομψά ρούχα που τους «τυλίγουν» και θα θυμηθούν
τον άνθρωπο που κρύβεται μέσα από αυτά. Μιλάμε καθημερινά για ανθρώπους, ξέρετε
και έχουμε ξεχάσει την ανθρωπιά στη γωνία. Επομένως, ναι. Το έργο αυτό είναι
καθαρά σουρεαλιστικό. Χαίρομαι πολύ που θα δοθεί στο θεατρικό κοινό η ευκαιρία
να δει τους κυβερνώντες, όπως θα έπρεπε να είναι ή έστω όπως την τελευταία
στιγμή θα μπορούσαν να γίνουν. Οφείλεται μία «συγγνώμη» εδώ και χρόνια σε έναν
λαό που δοκιμάζεται, σε έναν λαό που υπέκυψε στο δόλωμα των εύκολων λύσεων. Σ’
αυτό το έργο, λοιπόν, έρχεται αυτή η συγγνώμη έστω και αργοπορημένα.
7.500 σελίδες μνημόνιο. Όσες και δυο τρεις τηλεφωνικοί κατάλογοι. Αν ήταν 100 λιγότερες, ίσως και να τις διάβαζα το σαββατοκύριακο μετά τον απογευματινό καφέ. Τώρα δε νομίζω να τα καταφέρω. Αρχικά, να ξεκαθαρίσουμε όλοι ότι ζούμε στην ίδια χώρα, στον ίδιο τόπο. Βλέπετε κι εσείς ανθρώπους αξιοπρεπείς να ψάχνουν σε κάδους απορριμάτων; Βλέπετε κι εσείς τα ψέματα και τις υποσχέσεις σε ανακύκλωση; Βλέπετε κι εσείς τα "όχι" που γίνονται "ναι"; Τα "αν" που γίνονται "ποτέ"; Την ελπίδα που γίνεται στάχτη; Αν η απάντηση είναι ναι, τότε επιβεβαιώσαμε ότι ζούμε όλοι στην ίδια χώρα.
Αυτή τη φορά δεν θα σταθώ στο αίτιο και στο αποτέλεσμα. Δεν θα τολμήσω να αναφερθώ στην θρασύτατη βιτρίνα της αληθοφανούς νίκης μας στο τελευταίο γιούρογκρουπ, ούτε και θα σταθώ στο ότι καραδοκούν να μας κυβερνήσουν όσοι ήδη κυβερνούσαν πολλά χρόνια πριν. Πού να δώσεις άφεση; Πού να δείξεις επιείκεια; Σε αυτόν που σε έφερε στον γκρεμό ή σε αυτόν που σε σπρώχνει να πέσεις απ' αυτόν; Τα πτυχία των επιστημόνων δεν λένε πια τίποτε. Σπούδασες μαθηματικός; Θα γίνεις μπάρμαν. Σπούδασες μελισσοκόμος; Θα δουλέψεις σε σούπερ μάρκετ. Σπούδασες νοσηλευτής; Θα δουλέψεις σε συνεργείο αυτοκινήτων. Γενικά σπούδασες κάτι; Δεν θα δουλέψεις πουθενά. Αν δουλέψεις, τυχερός θα 'σαι. Κι αναρωτιέται κανείς: Μα πότε γράφεται αυτό το άρθρο; Στην Κατοχή του 41; Όχι. Σαφώς και όχι. Στην Κατοχή του 16. Γιατί ο προηγούμενος αιώνας τελείωσε και τα δεινά του επόμενου πρέπει κάποια στιγμή να περάσουν. Η γενιά μας ήταν η τυχερή. Τα χρόνια αυτά που ζούμε. Κάποιοι επιζούν και κάποιοι άλλοι έχουν μείνει ανεπηρέαστοι. Δεν γίνεται, όμως, να μείνεις ανεπηρέαστος. Γιατί πολύ απλά αυτό ισούται με αναισθησία, αδυναμία αντίληψης της κατάστασης.
Μέχρι τώρα δεν είχαμε αποδεχτεί την πραγματικότητα, τις νέες συνθήκες. Από εδώ και πέρα τα πράγματα έτσι θα είναι. Δεν μπορεί παρά μια μέρα να φτιάξουν, αλλά δεν γνωρίζει κανείς αν αυτή τη μέρα θα κυκλοφορούν διαστημικά λεωφορεία στον Άρη, αν το μετρό της Θεσσαλονίκης θα έχει γίνει και αν στην Αθηνών - Πατρών θα έχουν μπει τα 54α διόδια. Είναι κανόνας της φύσης ό,τι χαλάει να φτιάχνει, ό,τι πληγώνεται να επουλώνεται. Εύχομαι τα παιδιά των παιδιών μας να το δουν αυτό και να το χαρούν. Μακάρι κάποια στιγμή να ξυπνήσουμε από τον πειρασμό της ευκολίας, από τη βόλεψη της συνεχούς αγανάκτησης, από τη φενάκη της επανάπαυσης και του κυβερνητικού καθησυχασμού. Ποιος επιτέλους θα μας σώσει; Ας αποφασίσετε εσείς οι εκατοντάδες σωτήρες ποιος πρόκειται να μας πρωτοσώσει, για να του ανάψουμε ένα κερί, να του ονοματίσουμε δρόμο και να του στήσουμε την προτομή. Πολλοί σωτήρες σ' αυτόν τον τόπο και όλοι τους θέλουν το καλό της πατρίδας. Τώρα πώς καταφέρνουν να βγάζουν τον κακό της εαυτό, άλλο θέμα. Η παιδεία πήγε περίπατο. Η κοινωνική διαστρωμάτωση καταργείται. Η φύση καταργείται. Η θρησκεία καταργείται. Η ελεύθερη βούληση έχει ήδη καταργηθεί. Τα δικαιώματα επίσης. Συγγνώμη. Είναι παλιά λέξη. Έχει αντικατασταθεί από τις υποχρεώσεις εδώ και χρόνια.
"Γιατί" δεν υπάρχουν. Μπορεί να φταίει το κλίμα. μπορεί να φταίει που ίσως τρώγαμε πολλά πεπόνια τα καλοκαίρια της ευμάρειας. Ίσως να φταίει που παίζαμε στις γειτονιές με όνειρα που στη συνέχεια υποθηκεύτηκαν. Μπορεί, τέλος, να φταίει που δεν μάθαμε να στερούμαστε τα παιχνίδια και τις χάρες, που δεν μάθαμε να απορροφούμε την αγάπη, όπως η ξερή γη το βρόχινο νερό. Τη θεωρούσαμε δεδομένη. Όλα δεδομένα τα θεωρούσαμε. Και μείναμε στη θεωρία. Πράξη καμιά.
Πριν λίγες μέρες γιορτάσαμε την Ανάσταση. Μέχρι τώρα πρέπει να έχω μετρήσει γύρω στις 24 αναστάσεις που μας έχουν υποσχεθεί. "Θα βγούμε στις αγορές, θα γίνουν αυξήσεις μισθών σταδιακά, θα έρθει η ανάπτυξη, θα έρθουν καλύτερες μέρες...." Τι ξύλινος λόγος... Αλλά το λυπηρότερο και άκρως ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που τον πιστεύουν. Ο καλύτερος διαπραγματευτής της ελπίδας θα πάρει και το βραβείο... Καημένη Δημοκρατία, εάλω η αξία σου. Έσβησε η φλόγα σου, έσβησες κι εσύ.
Σε σένα μιλώ, πολίτη - πωλητή της ψήφου και της ψυχής σου. Βγες με το κερί στους δρόμους την επόμενη ανάσταση και μην τρομάξεις αν στο "Λαός Ανέστη" σου απαντήσουν: "Ψευδώς ανέστη."
Ποιος θα ήταν ο ιδανικός τίτλος βιβλίου ορισμένων πολιτικών, αν αποφάσιζαν να συγγράψουν; Ακολουθούν κάποιες χιουμοριστικές προτάσεις μου.
1. Αλέξης Τσίπρας - "50 αποχρώσεις του μαύρου."
Αφορά αναγνώστες που θέλουν να βλέπουν την απαισιοδοξία ως αισιοδοξία και το ψέμα ως αλήθεια. Οι "50 αποχρώσεις του μαύρου" απεικονίζουν πλήρως την ελληνική πραγματικότητα. Αποτελούν, έτσι, ένα σύγχρονο κοινωνικό μυθιστόρημα.
2. Ζωή Κωνσταντοπούλου - "Πώς είπατε;"
Πόνημα που απευθύνεται σε ανθρώπους με προβλήματα βαρηκοΐας. Το "πώς είπατε;" σας μαθαίνει να σκέφτεστε δύο φορές πριν μιλήσετε μία.
3. Γεώργιος Παπανδρέου ο νεότερος - Παναγιώτης Λαφαζάνης - "Λεφτά υπάρχουν στο Νομισματοκοπείο."
Ένα βιβλίο γραμμένο από δύο συγγραφείς - πολιτικούς που τα λέει όλα έξω απ' τα δόντια. Μιλά για τα άδυτα του ορυχείου του εθνικού μας νομισματοκοπείου. Το μίθριλ των νάνων και ο θησαυρός των Αζτέκων μπροστά του φαντάζουν παλιατζούρες. "Λεφτά υπάρχουν στο Νομισματοκοπείο." Σπεύσατε!
4. Κυριάκος Μητσοτάκης - "Οδηγίες εγκατάστασης."
Ο οδηγός αυτός θα λύσει τα χέρια όλων όσοι διαθέτουν ηλεκτρικές συσκευές Siemens. Ο συγγραφέας, με λόγο απλό και κατανοητό, δίνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για μια εύκολη χρήση χωρίς να σας τρώει χρόνο και να σπαταλά την υπομονή σας.
5. Δημήτρης Κουτσούμπας - "Το όχι στις 6.809 γλώσσες του κόσμου."
Η σημασία της διαφωνίας, της παρωπίδας και του αλάθητου του πάπα μέσα από ένα παγκόσμιο "όχι" κατά της παγκοσμιοποίησης. Ο συγγραφέας καταπιάνεται με την απόλυτη άρνηση και την εκφράζει σε όλες τις γλώσσες της υφηλίου.
6. Σταύρος Θεοδωράκης - "Λειψυδρία."
Ένα βιβλίο που μιλά για τη συρρίκνωση των υδάτινων πόρων της χώρας και την ιλιγγιώδη αποξήρανση λιμνών και ποταμών. Ο συγγραφέας ύστερα από το σύντομο πέρασμά του στη Βουλή καταπιάνεται με το δύσκολο θέμα της έλλειψης νερού και εξηγεί πώς ένα ποτάμι μπορεί να μετατραπεί ύστερα από λίγο καιρό σε ρυάκι.
7.Ευάγγελος Βενιζέλος - "Γλυκό υποβρύχιο: Μυστικά για 10 συνταγές επιτυχίας."
Ο συγγραφέας ασχολείται με τους δέκα πιο επιτυχημένους τρόπους δημιουργίας του "υποβρύχιου" και δίνει τα δικά του μυστικά, για να δέσει σωστά το γλυκό. Το βιβλίο που αγαπήθηκε από τον κόσμο και έριξε στη θέση νο2 εκείνο του Κωνσταντίνου Καραμανλή του νεότερου: "Η εξέλιξη της γεύσης του κεμπάπ ανά τους αιώνες. Η συμβολή του Μπαϊρακτάρη."
8. Νίκος Μιχαλολιάκος - "Πας μη βάρβαρος, Έλλην."
Το βιβλίο πραγματεύεται την παραγωγή σαπουνιού σκούρων κυρίως χρωμάτων, ώστε όλοι οι Έλληνες να πλένουν τα χέρια τους περήφανοι στην πλατεία Βικτωρίας ή Ομόνοιας οποιαδήποτε ώρα το επιθυμούν. Το βιβλίο αποτελεί συνέχεια του πρώτου μέρους "Ο Αγών του", που αποτελεί ένα ιστορικό λεύκωμα της πορείας της δημοκρατίας μέσα από το πρίσμα του ρατσισμού, της μισαλλοδοξίας και της υποκουλτούρας.
9. Φώφη Γεννηματά - "Ευτυχώς που γεννήθηκα όμορφη."
Η συγγραφέας γράφει για μια πλούσια κοπέλα, που λόγω του ονόματός της ανέβηκε γρήγορα τα σκαλιά της εξουσίας και της κοινωνικής ιεραρχίας. Όμως, ο έρωτας για τον συνάνθρωπο και εν γένει η ανιδιοτέλειά της δεν κατάφεραν να της χαρίσουν την πολυπόθητη καρέκλα.
10. Ευκλείδης Τσακαλώτος - "Ελληνικά για αρχάριους - Greek for Beginners."
Ο συγγραφέας με αυτό του έργο προσπαθεί να μεταλαμπαδεύσει τις γνώσεις της ελληνικής γλώσσας του σε αλλοδαπούς μαθητές που ξεκινούν τώρα το ταξίδι τους στο ελληνικό λεξιλόγιο και γραμματική.
11. Πάνος Καμμένος - "Η ιστορία του ελληνικού σιδηρόδρομου."
Πότε λειτούργησε για πρώτο φορά το σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας; Πόσο ανεξάρτητοι ήταν οι Έλληνες που προσελήφθησαν στις εργασίες του έργου;
12. Γιώργος Κατρούγκαλος - "Νεοελληνική σύνταξη."
Ένα βιβλίο για το συντακτικό και τη σύνταξη. Πότε το ρήμα είναι μεταβατικό και η σύνταξη αμετάβατη; Πότε το υποκείμενο λαμβάνει την ενέργεια και ο συνταξιούχος την επικουρική; Αυτές και πολλές ακόμη απορίες λύνονται στις 3 και 60 σελίδες του συγκλονιστικού αυτού best-seller που αγαπήθηκε από όλες τις ηλικίες άνω των 67.
Στην αυλή τους ποτίζανε με περισσή φροντίδα τη μανταρινιά της γιαγιάς τους. Χειμώνα - καλοκαίρι. Και την άνοιξη αυτή ομόρφαινε και τους έδινε τους καρπούς της περήφανη. Τα φρούτα ήταν τόσα πολλά, που τα κλαδιά ήταν έτοιμα να σπάσουν. Ίσα που τα βάσταγαν πάνω τους. Η μανταρινιά έδειχνε έτσι την ευγνωμοσύνη της. Τα γειρτά της ξύλινα χέρια φίλευαν τους τυχερούς περαστικούς που περνούσαν απ' το πεζοδρόμιο. Όμως κανείς στο σπίτι δεν είχε τύχει να φάει ποτέ μανταρίνια. Όλοι, όσοι περνούσαν από μπροστά, τα έβλεπαν. Κάθε μέρα. Τα θεωρούσαν δεδομένα. Κι ύστερα από μέρες τα ώριμα μανταρίνια, το ένα μετά το άλλο, έπεφταν. Η νιότη τους εγκατέλειπε, όπως και η καρτερικότητα. Το δέντρο μαράζωνε. Τα πεσμένα φρούτα πλήθαιναν στη λάσπη. Το χώμα τα κάλυπτε στην τελευταία τους κατοικία και η μανταρινιά ξεραινόταν, μέχρι τον επόμενο χρόνο. Μα και τότε πάλι τα ίδια. Εκατοντάδες τα λαχταριστά για τους πεινασμένους περαστικούς φρούτα, αλλά στην οικογένεια κανείς δεν τα 'τρωγε. Κανείς δεν τους έδινε σημασία. Όλο "αύριο" και "αύριο" έλεγαν ότι θα έκοβαν μερικά και θα τρώγανε.
Μέχρι που μια μέρα έφυγε και ο παππούς. Για πάντα. Και ο μικρός εγγονός δεν είχε προλάβει να του πει κάποια πράγματα, όπως ότι του άρεσαν πού οι γκριμάτσες του ή οι μαρκαδόροι που του έφερνε συχνά ως δώρο. "Έλα μωρέ, αύριο", καθησύχαζε τον εαυτό του και εξημέρωνε έτσι την αναβλητικότητά του.
Τώρα έβλεπε τα πεσμένα μανταρίνια και πεινούσε. Κανένα δεν είχε μείνει στο δέντρο, παρά μόνο δυο τρία, πολύ ψηλά, που ήταν αδύνατον για κάποιον να τα φτάσει. Η ματιά του δεν έλεγε να φύγει από πάνω τους. Κανείς δεν νοιαζόταν για τους χαμένους καρπούς, αφού το δέντρο θα ξανάκανε. Το αγαπημένο δέντρο της γιαγιάς του...
Σηκώθηκε από το πεζούλι της αυλής, ίσιωσε το παντελόνι του και κίνησε για το σπίτι του. Ανέβηκε φουριόζος τις σκάλες. Δεν έπρεπε να αφήσει κι άλλο μανταρίνι να πέσει κάτω κι ας το είχε δεδομένο. Άνοιξε με λαχτάρα την πόρτα. Ξάφνιασε τους γονείς του, όταν μπήκε σαν αλαφιασμένος ταύρος μες στο σαλόνι. "Πρέπει να σας πω κάτι", έκανε λαχανιασμένος. "Τι συνέβη, παιδί μου;", τον ρώτησε η μητέρα του. "Τίποτα", απάντησε εκείνος. "Απλά σας..."
1. Αναλύστε τα τελευταία λόγια του Ουμπέρτο Έκο: "Το ότι οι εκδόσεις Ψυχογιός τοποθέτησαν το έργο μου δίπλα στα λογοτεχνικά μεγαθήρια της Λ. Μ. και της Χ. Δ. σε σούπερ μάρκετ, με συγκινεί και επιβραβεύει τον πολύχρονο κόπο μου. Εύχομαι κάποια μέρα να προσεγγίσω τις πένες τους. Μου αρέσουν ιδίως εκείνες με λιωμένο γκούντα." (Μονάδες 10)
2. Κυκλώστε το σωστό: (Μονάδες 10)
Τι σημαίνει η λέξη "πρόσφυγας" για έναν οπαδό της Χρυσής Αυγής:
α. Λαθρομετενάστης.
β. Μη άνθρωπος
γ. Res
δ. Όλα τα παραπάνω
Το Ποτάμι εξέλεγε νέο πρόεδρο τον ίδιο, διότι:
α. Δεν υπήρχαν άλλοι υποψήφιοι.
β. Κανείς δεν επρόκειτο να επιβαρυνθεί τον αποκλεισμό του κόμματος απ' τη Βουλή
γ. Δεν είχε τίποτε άλλο να κάνει
δ. Έπρεπε να βρεθεί αφορμή να επανεμφανιστεί ο Κώστας Σημίτης
3. Εξηγήστε την κίνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2029 να συγχωνεύσει το κανάλι της ΕΡΤ με αυτό της Βόρειας Κορέας σε συνδυασμό με την απαγόρευση προσέγγισης των δημοσιογράφων στα κέντρα προσωρινής διαβίωσης προσφύγων και τη φράση του πρωθυπουργού:"Ο Κιμ Γιονγκ Ουν είναι μεγάλος ηγέτης - πρότυπο για την αριστερά". (Μονάδες 10)
4. Το 2054 ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, συνομίλησε για λίγα λεπτά με τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, λέγοντας: "Το κλίμα ήταν φιλικό. Μιλήσαμε σαν πατέρας με γιο." Αναλύστε το. (Μονάδες 5)
5. Ποια η συμβολή του Λάκη Λαζόπουλου στην καταπολέμηση του ρατσισμού απέναντι σε άτομα με αναπηρία σε συνδυασμό με το γεγονός ότι "τα άτομα που προσκολλώνται για καιρό σε καρέκλες αναπτύσσουν εμμονές"; (Μονάδες 5)
6. Ποια τα δέκα άτομα που συγκεντρώθηκαν στην προεκλογική συγκέντρωση του Πασοκ το 2032; (Αρκεί η αναφορά των μικρών τους ονομάτων.) (Μονάδες 10)
7. Ποιο το αποτέλεσμα του 15ου δημοψηφίσματος της δεύτερης μεταπολιτευτικής Δημοκρατίας στο ερώτημα: "Να υπογραφεί τον Οκτώβρη του 2032 ή τον Νοέμβρη του 2032 το 12ο Μνημόνιο Συνεργασίας;" Τελικά γιατί υπογράφηκε τον Σεπτέμβρη του ίδιου έτους; (Μονάδες 10)
8. Δημήτρης Κουτσούμπας σε προσωπικές στιγμές: "Τη γυναίκα μου την ερωτεύτηκα σφόδρα, όταν μου απάντησε "όχι" στην πρόταση γάμου. Ειλικρινά με σκλάβωσε". Ποιες οι διαστάσεις του "όχι" εν προκειμένω και ποιες στην πολιτική του πορεία; Να λάβετε υπόψη και την άποψη του ίδιου ότι: "Από τη στιγμή που το όχι του δημοψηφίσματος του 2015 έγινε ναι, πήγα σε ψυχολόγο."
9. Το 2040 ο Γ. Κατρούγκαλος δήλωσε: "Ασφαλώς και τα βγάζω πέρα με 134 Ευρώ σύνταξη το μήνα. Έχω στην άκρη και κάποιες μικρές οικονομίες... Απορώ αν υπάρχει έστω και ένας Έλληνας που να έρχεται δύσκολα με αυτό το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό..." Αναλύστε. (Μονάδες 10)
10. Χαρακτηρίστε τις προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες (Μονάδες 15)
α. Επί διακυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη όλα τα τηλέφωνα της Βουλής ήταν ευγενική χορηγία της Siemens.
β. Ο Αλέξης Τσίπρας πήρε το λόουερ στα 52 του χρόνια με C, διότι τους έπεσε δύσκολο reading.
γ. Ο Π. Καμμένος το 2019 απέτισε φόρο τιμής στον πεσόντα Ίκαρο σε γνωστή παραλία της Σάμου, λέγοντας: "Μπορεί το πέλαγος να λέγεται Ικάριο, αλλά έχουμε βάσιμες πληροφορίες ότι ο Ίκαρός μας, ο γιος του Δαίδαλου, βυθίστηκε εδώ."
ΟΜΑΔΑ Β΄:
Αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις, αναλύστε για ποιους λόγους έχασε το Νόμπελ Λογοτεχνίας η Σταματίνα Τσιμτσιλή το 2029. Τι δήλωσαν για το δυσάρεστο συμβάν οι συνάδελφοί της Λ. Μ και Χ. Δ.; (Μονάδες 20)
Εικόνα από την Ειδομένη, όπου περιμένουν υπομονετικά χιλιάδες άνθρωποι (Φωτογραφία: Reuters )
Έφυγαν
από μια χώρα πολέμου. Ήρθαν σε μια χώρα που γκρεμίζεται. Έφυγαν για μια
καλύτερη ζωή. Βρήκαν ένα χειρότερο αύριο. Από την παρακμή στην παρακμή. Μία και
μοναδική ομοιότητα. Μια και η ατυχία τους. Η χώρα που έμελλε να τους υποδεχτεί
ήταν η χώρα μας. Η Ελλάδα καταρρέει. Έχοντας στιγματιστεί για την ανυπακοή της
στα οικονομικά προγράμματα, τώρα ζητά εκείνη υπακοή από την Ευρώπη στις
κοινωνικές τις συμφωνίες. Όλα είναι δούναι και λαβείν. Σηκώσαμε το κεφάλι λίγο πιο ψηλά, ίσως πιο ψηλά κι απ' όσο έπρεπε.
Τολμήσαμε να απειθαρχήσουμε κόντρα στους κανόνες, κόντρα σε συμφωνίες που εκ των πραγμάτων ήταν αδύνατον να τηρηθούν. Ανέκαθεν δεν μας άρεσε ο ζυγός. Πολεμούσαμε να
ελευθερωθούμε όλοι μαζί και καταφέρναμε να σκοτωνόμαστε πάλι όλοι μαζί, πάλι
μεταξύ μας. Τα θύματα στη δεύτερη περίπτωση ίσως και να ’βγαιναν περισσότερα.
Το αίμα απ’ τον εμφύλιο πολύτιμο, ιερό.
Και
τώρα να ’σου πάλι η Ελλάδα. Από τη μια παλεύει σαν μια ηλικιωμένη μάνα με
ζαρωμένο πρόσωπο, με ρυτιδιασμένα χέρια και φλέβες να πετάνε, συνοφρυωμένη,
ίσως και δακρυσμένη. Φιλεύει όποιον βρει στον δρόμο με νερό και ψωμί, με ό,τι
τυχόν έχει υστέρημα. Και από την άλλη μεταμορφώνεται σε μια αδίστακτη,
όμορφη γυναίκα με πλούσια κώμη και γαλάζια μάτια, που παρά τα χρέη της, περηφανεύεται για την καταγωγή της και ψεύδεται ασυστόλως ότι έχει χρήματα
ζητώντας παράλληλα τη στήριξη του άντρα της, που έχει ήδη αρχίσει να τη
βαριέται.
Άτυχοι
οι άνθρωποι αυτοί. Γιατί τους ξέβρασαν, όσοι απ’ αυτούς επέζησαν, στα παράλια
μιας χώρας που δεν έχει να ταΐσει τους ίδιους της τους πολίτες. Οι ουρές στις
εθνικές οδούς με κατεύθυνση τους βόρειους γείτονές μας δεν μπορούν παρά να
γεννούν αντιφατικά συναισθήματα: αφενός αβάσταχτη θλίψη για τους ξεριζωμένους
αυτούς συνανθρώπους που πρέπει να ξαναρχίσουν τη ζωή τους (μην ξεχνάμε πως και
οι Έλληνες προσφύγαμε στη βοήθεια άλλων λαών και ταξιδέψαμε σε άλλες χώρες αφήνοντας τα σπίτια μας. Ήδη το φαινόμενο επαναλαμβάνεται λόγω της οικονομικής μάστιγας.)
Αφετέρου δεν μπορεί παρά να ξεπηδήσει ο θαυμασμός. Θαυμασμός για ανθρώπους που
σφίγγουν τα δόντια, κάνουν τα χέρια τους γροθιές, ξεδιψούν με τον ιδρώτα από το
μέτωπό τους αντί για νερό, χαίρονται μόνο και μόνο βλέποντας ότι το παιδί που
κρατούν στην αγκαλιά τους ζει για ακόμα μία μέρα. Και παίρνουν ελπίδα ότι
κάποια μέρα θα φτάσουν στα σύνορα και θα περάσουν σε άλλους τόπους και από κει
σε νέες περιπέτειες.
Οι μεγάλοι ήρωες, όμως, δεν μπορεί να είναι άλλοι από τα παιδιά. Παιδιά, κάποια από τα οποία δεν
μπορούν να συλλάβουν ακόμη το γεγονός της μετεγκατάστασής τους, δεν γνωρίζουν
τι τους συμβαίνει. Θεωρούν ότι κάνουν μια μεγάλη εκδρομή μακριά από το σπίτι
τους κι ότι κάποια στιγμή θα το δουν ξανά μαζί με τα παιχνίδια που άφησαν πίσω,
τον φροντισμένο κήπο ή την χαλικερή τους αυλή. Όμηροι της Οδύσσειας, κατάδικοι
σε μια άδικη τιμωρία, δεσμώτες με αόρατα κοράκια, αιχμάλωτοι να μη ζήσουν ως
παιδιά, δρομείς σε ανώμαλους δρόμους, σε δρόμους άγνωρους. Τα σέβη μου. Γιατί
εσείς, αν επιζήσετε – που θα επιζήσετε – θα σώσετε την ανθρωπότητα. Θα γίνετε
άνθρωποι με παθήματα, που θα μάθουν στα δικά τους παιδιά πώς να μη γίνουν. Θα θυμίσετε στην Ευρώπη πώς κατάντησε και πως το όραμά της για ενότητα πήγε στράφι, καταποντίστηκε, έγινε σμπαράλια που κυλούν στα νερά του Ρήνου και του Δούναβη.
Θα νικήσετε, μαχητές της ζωής, γιατί θα μας δείξετε πόση δύναμη κρύβει ο
άνθρωπος μέσα του. Θα χαμογελάσετε, γιατί η λύπη σας θα στερέψει, γιατί δεν θα ’χετε
να χάσετε τίποτε άλλο παρά μόνο μια θέση στο πάνθεον της αξιοπρέπειας. Και ίσως
να διδάξετε και μας τους Έλληνες ότι κάποτε θα βγούμε από τον βούρκο που μας
έριξαν αυτοί που εμείς ψηφίζαμε. Ίσως μας υπενθυμίσετε ότι έχουμε περάσει από
παγκόσμιους πολέμους και έχουμε επιζήσει. Από σεισμούς, λοιμούς, καταποντισμούς
και τα έχουμε βγάλει πέρα. Από αρρώστιες, απώλειες, χωρισμούς, θανάτους και
έχουμε νικήσει. Γιατί όταν νικάς την ιδέα του θανάτου, έχεις νικήσει τον ίδιο
τον θάνατο. Κι έτσι, εσείς πλέον, με το αξιοζήλευτο θάρρος σας, με το ευγενικό
σας θράσος και την ανεξάντλητη θέληση για ζωή θεωρείστε ήδη αθάνατοι. Σας
ευχαριστούμε που μας υπενθυμίσατε ότι είμαστε άνθρωποι.
Έρχονται στιγμές, όπως η σημερινή, που θα ήθελα να έχω δίπλα στη χαρά μου ανθρώπους που έχουν φύγει. Όμως, σφίγγεις τα δόντια και βλέπεις ότι υπάρχουν άλλοι, συγγενείς κυρίως και φίλοι καλοί, που είμαι σίγουρος ότι θα χαρούν τριπλά απ' ό,τι εγώ. Μου ανακοινώθηκε, λοιπόν, σήμερα από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών ότι μου απονέμεται το Α΄ Βραβείο Διηγήματος για το έργο μου "Η αποκάλυψη" και το Β΄ Βραβείο θεατρικού για το έργο μου "Ο μονόλογος ενός καθ' ομολογία παράλογου." Η αλήθεια είναι ότι αισθάνομαι περισσότερο συγκινημένος παρά χαρούμενος, γιατί η συγγραφή αποτελεί μια τόσο μοναχική (νυχτερινή μα εκούσια) διαδικασία, που στο τέλος -ευτυχώς- προσφέρει στους αναγνώστες και θεατές όλα όσα για ώρες έγραφα, δηλαδή τη λύτρωση. Η συμμετοχή μου στον παραπάνω Διαγωνισμό αποφασίστηκε τελευταία στιγμή. Όμως, τελικά γιατί να μη μοιραστεί κανείς τις σκέψεις του, τις ανησυχίες του και τη φαντασία του με άλλους επίσης διψασμένους για παραμύθια και διαφυγή απ' την πραγματικότητα; Πολλά ευχαριστώ στην αγαπημένη μου οικογένεια, τη μητέρα μου, το θείο μου, την αδερφή μου και τη δική της οικογένειά και όλους τους καλούς μου φίλους που με εμπιστεύονται ίσως παραπάνω απ΄ ό,τι εγώ τον ίδιο μου τον εαυτό. A! Και τον Θεό! Γιατί αυτός μου παραχωρεί την έμπνευση και μου κλείνει το μάτι, όταν Τον χρειάζομαι. Και μην ξεχνάτε! Keep reading! Γιατί το διάβασμα είναι κι η πρώτη επανάσταση...
Ο αγώνας αξίζει περισσότερο από το αποτέλεσμα. Έτσι μας μάθαιναν στο
σχολείο, ότι το ταξίδι της προσπάθειας είναι εκείνο που μετρά πάντοτε. Εν
προκειμένω, εδώ και ένα χρόνο με την νέα, επαναστατική κυβέρνηση που μοίρασε την
ελπίδα αφειδώς, ανενδοίαστα και αγόγγυστα, ακόμη και ο τελευταίος νοήμων
Έλληνας έχει αντιληφθεί ότι όχι μόνο δεν υπάρχει στον ήλιο μοίρα αλλά ούτε και
στο φεγγάρι. Η αισχρή κατάσταση του οιονεί μας κράτους, ύστερα από τις
κυβερνήσεις των τελευταίων τουλάχιστον δέκα ετών, φοβάμαι ότι προσεγγίζει το μη αναστρέψιμο. Και αυτό, διότι πολύ απλά ο πόλεμος έχει χαθεί και πλέον οι
υποτυπώδεις μάχες γίνονται για την τιμή των άσφαιρων όπλων. Τα πράγματα δεν θα
μπορούσαν να είναι περισσότερο σαφή: «Pacta sunt servanda», λέμε στην Νομική, ή
αλλιώς: «οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται».
Η παραπάνω αρχή του Διεθνούς Δικαίου σε συνδυασμό με την αδιάσπαστη
συνέχεια του κράτους ανεξαρτήτως του εκάστοτε κόμματος που βρίσκεται στην
εξουσία, δεσμεύει τους κυβερνώντες να υπακούσουν σε όσα έχουν δεσμευτεί. Λογικό
αλλά όχι δεδομένο στις μέρες μας, καθώς χρειάστηκαν δύο εκλογικές αναμετρήσεις
και ένα δημοψήφισμα για το μεγάλο «όχι» και στο τέλος για την δουλική υπογραφή
τρίτου προγράμματος στήριξης. Ερωτάται, λοιπόν, αν η Ευρωπαϊκή Ένωση
«δικαιούται» να εντέλλεται αυτόνομα και ανεξάρτητα κράτη – μέλη της να εκτελέσουν
αποφάσεις που βαίνουν κόντρα σε βασικά ατομικά δικαιώματα, κατοχυρωμένα από το
Σύνταγμά τους. Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στην έλλειψη καθαρής
και ουσιαστικής νομιμοποίησης του υβριδικού μορφώματος της Ένωσης να νομοθετεί.
Από πού αντλεί την εντολή; Από το ενιαίο εκλογικό σώμα της ευρωπαϊκής ηπείρου
αρχικά, θα ’λεγε κανείς. Ενώ, πράγματι, έχει αυτή την υπερεξουσία και
αρμοδιότητα, οι λαοί της Ευρώπης μέσω των έμμεσων εκλογών (έμμεσων, καθώς δεν
υπάρχουν ψηφοδέλτια των ευρωπαϊκών δυνάμεων και συσχετισμών, αλλά οι εκλογές
γίνονται στο εσωτερικό του κάθε κράτους) δίνουν ψήφο αντιπροσώπευσης σε
εκλεγμένους βουλευτές του Ευρωκοινοβουλίου, του οποίου οι εξουσίες είναι
προδήλως περιορισμένες σε σχέση με αυτές της συζυγίας Ευρωπαϊκής Επιτροπής -
Συμβουλίου. Συνταγματικό ζήτημα δεν τίθεται καθώς με βάση το άρθρο 28 του
Συντάγματος οι έξωθεν νομοθετικές εντολές ενσωματώνονται πλήρως στο εθνικό
νομοπαρασκευστικό σώμα και στη συνέχεια γίνονται νόμοι του κράτους, αφού
τηρηθούν οι απαιτούμενες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες. Η βραδυκίνητη αντίληψη
της αντίδρασης και αντίστασης των λαών των χωρών για μια πιο άμεση, δημοκρατική
και κοινωνική Ευρώπη έχει κοστίσει μέχρι τώρα τεράστια απώλεια περιουσιών και
κυρίως ζωών στις μεσογειακές προπαντός χώρες.
Δεχόμενοι την έστω τυπική – και καθ’ όλα νόμιμη
βέβαια – υπερεξουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προχωρούμε στο στάδιο του
τις πράγματι πταίει. Μα ασφαλώς εκείνος που δεσμεύεται. Η ελευθερία των συμβάσεων
ισχύει και στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Το κράτος αν θέλει, υπογράφει. Ως
επακόλουθο, δεσμεύεται. Αν δεν υπογράψει, δεν δεσμεύεται. Τα πακέτα «στήριξης»
και «τοκογλυφικής φιλανθρωπίας» μπορεί να συνοδεύονται με χίλιους δυο
επιθετικούς προσδιορισμούς από το πλούσιο ελληνικό λεξιλόγιο, όμως δεν παύουν να
αποτελούν προϊόντα διαπραγμάτευσης των ελληνικών κυβερνήσεων. Θα σταθώ για λίγο
στο 2010, όπου ο τότε πρωθυπουργός όχι απλώςδεν τόλμησε να κρατήσει μια σκληρή
στάση, αλλά ούτε καν να διαπραγματευτεί με σθένος την ισχυρή τότε θέση της
χώρας. Ισχυρή για τον πολύ απλό λόγο: Η Ευρώπη το 2010 ήταν πλήρως
απροετοίμαστη για μια έξοδο ενός κράτους – μέλους της από την ευρωζώνη,
επομένως ο πρωθυπουργός θα μπορούσε να πιέσει για ευνοϊκότερους όρους
στήριξης ή καλύτερα για όχι τόσο δυσβάσταχτους. Δεν θέλω να υποκύψω στα διάφορα
σενάρια συνωμοσίας ότι τάχα «συνέφερε» κάποιους η υπογραφή του
μνημονίου και υποδούλωση της χώρας υπό τους αναίσχυντους όρους. Εφόσον, λοιπόν,
ο πρωθυπουργός υπέγραψε ένα έτοιμο κείμενο χωρίς να αρθρώσει ένα ουσιαστικό
«μα» (ίσως να άρθρωσε κάποιο «μα» διπλά επαναλαμβανόμενο μόλις αντίκρισε τη
συμφωνία), υποθήκευσε τη χώρα και το χειρότερο: υποθήκευσε τα όνειρα της νέας
γενιάς. Και όταν υποθηκεύονται τα όνειρα, ελευθερώνονται οι εφιάλτες.
Η ουσιαστικά αποτυχημένη διακυβέρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων έδωσε τη
δύναμη και την ευκαιρία σε ένα κόμμα διαμαρτυρίας να φουσκώσει σαν τσουρέκι του
Πάσχα και να γίνει κόμμα εξουσίας, όντας πλήρως απροετοίμαστο, μέσα σε πολύ
σύντομο χρονικό διάστημα. Το γεγονός, άλλωστε, ότι το ίδιο το κυβερνών κόμμα ξεσηκώνει
τον κόσμο σε απεργία εναντίον του, δηλώνει εκ πρώτης όψεως την πλήρη άγνοια του
ρόλου του. (Γιατί εκ δευτέρας όψεως αποτελεί ένα αριστοτεχνικό επικοινωνιακό
κόλπο, για να δείξει ο σαραντάχρονος πρωθυπουργός μας – στον οποίο επιτρέπεται
λόγω ηλικίας κατά τα λεγόμενά του να έχει την ίωση της οίησης – ότι εφαρμόζει
μέτρα που εξαναγκαστικά παίρνει και με τα οποία δεν συμφωνεί.) Το κυβερνών
κόμμα είχε μία ξεκάθαρη άποψη πίσω από τις δεκάδες προεκλογικές (πρώτος γύρος
εκλογών – Ιανουάριος 2015) εξαγγελίες, που ανέδυαν από μακριά την οσμή του
ψεύδους τους: «Πάνω απ’ όλα η πορεία της χώρας εντός ευρωπαϊκού πλαισίου.» Έτσι
είχε ανακοινώσει ο πρωθυπουργός, όπερ μεθερμηνευόμενον: Ευρώ με κάθε θυσία. Ο
απλός ψηφοφόρος, όμως, συνεπαρμένος ακόμη από το πανηγύρι για την επαναφορά της
13ης σύνταξης, δεν έδωσε σημασία ή δεν άκουσε καν τον κρότο της
παραπάνω δήλωσης. Η αλήθεια είναι ότι επικοινωνιακά η κυβέρνηση έχει κερδίσει
πολλά παιχνίδια. Δεν πρέπει να έχει ξανασυμβεί στα ευρωπαϊκά χρονικά κυβέρνηση να
υπογράφει συμφωνία χειρότερη από αυτή που αρνιόταν να υπογράψει και παρά το βροντερό
«όχι» του δημοψηφίσματος και με κλειστές τις τράπεζες να κατορθώνει να βγαίνει
ξανά πρώτο κόμμα με διαφορά περίπου 8%! Μεγάλος νικητής η αποχή, αργυρό μετάλλιο στον νεαρό μας πρωθυπουργό με ολίγη οίηση και με μεγάλο ηττημένο μέρος σύσσωμη
την αντιπολίτευση, που αντί να εκμεταλλευτεί την κυβερνητική φθορά, με την
ανικανότητά της, μείωσε κι άλλο τα ποσοστά της αφήνοντας το νεοναζιστικό
κομματικό μόρφωμα της χρυσής αυγής να αλωνίζει ανενόχλητο στο Κοινοβούλιο.
Συμπέρασμα: Η απόγνωση του εκλογικού σώματος απέναντι στα παλιά δύο μεγάλα
κόμματα είναι τόσο μεγάλη, που αποφασίζει να δώσει ακόμη μία ευκαιρία σε ένα
πρωθυπουργοκεντρικό κόμμα, άφθαρτο σχετικά, μήπως ο τόπος δει κάποια καλύτερη
μέρα.
Η ψυχολογία της μάζας έχει αναλυθεί ως θεωρία σε αμέτρητα πονήματα. Εδώ θα
αναφερθεί μόνο το εξής: Οι πολίτες χρειάζονται μια ελπίδα. Όχι δύο. Έστω και
μία. Αν δεν δοθεί αυτή, πρέπει η απογοήτευσή τους και η οργή τους να
διοχετευθούν σε άλλα κόμματα. Διέξοδος, όμως, δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Τα
πάλαι ποτέ δύο μεγάλα έχουν βρεθεί στα τάρταρα του θυμικού, το κομμουνιστικό
κόμμα Ελλάδος αρνείται να πει «ναι» ακόμη και στον ίδιο του τον εαυτό, το
Ποτάμι αρχίζει να στερεύει και μάλλον θα μετατραπεί σε αρδευτικό κανάλι, οι
ΑΝΕΛ ετοιμάζονται για το μεγάλο «αντίο», ενώ ο συμπαθητικός κύριος Λεβέντης
έκανε μία σύντομη εμφάνιση λίγο πριν συνταξιοδοτηθεί, βλέποντας το όνειρό του να
γίνεται επιτέλους πραγματικότητα και να μιλά από το βήμα της Βουλής. Δεν υπάρχει
εναλλακτική λύση και οι κραδασμοί του πολιτικού θυμού πρέπει από κάπου να
απορροφηθούν. Δυστυχώς, δεν φαίνεται στον ορίζοντα άλλος δρόμος πέρα από μορφές
συγκυβερνήσεων ή οικουμενικής κυβέρνησης. Αυτό το επακόλουθο θεωρείται
από πολλούς αναπόφευκτο, καθώς το ποσοστό της αποχής θα γίνεται όλο και
μεγαλύτερο, όλο και απογοητευτικότερο και τα ποσοστά της θετικής ψήφου θα
μειωθούν δραματικά. Η αποχή, όμως, δεν αντιστοιχεί σε τίποτε άλλο παρά σε
φυγοπονία. Έτσι, δεν σώζεται ούτε ο λαός ούτε το κράτος.
Η τακτική, πλέον, της κυβέρνησης να ανακοινώνει ένα πολύ σκληρό μέτρο, ώστε
να το παρουσιάζει στη συνέχεια ηπιότερο και να φαίνεται ότι κάτι κέρδισε στη
διαπραγμάτευση γίνεται για καθαρά ψυχολογικούς λόγους. Εξηγούμαι με το εξής
παράδειγμα: Έχει συμφωνηθεί ο Λ (λαός) να πληρώσει φόρο 100. Η κυβέρνηση έχει
δεσμευτεί. Ανακοινώνει, λοιπόν ότι ο Λ θα πληρώσει φόρο 120, έτσι ώστε μετά τις
αντιδράσεις από τον Λ να μειωθεί ο φόρος στο συμφωνημένο 100 και να φανεί στον
διαμαρτυρόμενο Λ ότι πέτυχε κάτι, ότι νίκησε έστω και σε μία μικρή μάχη μπροστά
σε έναν από καιρό χαμένο πόλεμο.
Όμως, μπορεί ένα κράτος να ανακάμψει, όταν τις
ιστορικές πλάτες του βαραίνει ένας ασήκωτος εμφύλιος πόλεμος και η διχόνοια;
Πώς μπορεί να πάει μπροστά, όσο μπορεί να πάει με τα σημερινά δεδομένα, μια
χώρα της οποίας οι κάτοικοι μπορούν να πιαστούν στα χέρια ακόμη και κατά τη
διάρκεια μιας διαδρομής με ταξί; Η κατάσταση χρειάζεται νηφαλιότητα και κυρίως
αποχρωματισμό από φανατικές τακτικές που μας διχάζουν. Κανείς, βέβαια, δεν θα
μπορούσε να διασφαλίσει ότι θα πετύχουν οι όποιες υποχωρήσεις και οι
συμβιβασμοί ενός λαού. Αρκεί, όμως, οι συμβιβασμοί αυτοί να είναι αξιοπρεπείς.
Αρκεί τα όποια μέτρα να σέβονται ότι η Ελλάδα και η κάθε Ελλάδα αποτελεί
ανεξάρτητο και αυτόνομο κράτος και όχι προτεκτοράτο ενός μορφώματος χωρίς άμεση
δημοκρατική νομιμοποίηση. Και το κυριότερο ότι οι οικονομικοί όροι έχουν να
κάνουν με ανθρώπινες ζωές και όχι με μαθηματικές εξισώσεις.
Η επόμενη μάχη που μένει να κερδηθεί είναι αυτή της υπομονής και της
επιμονής. Θα παραλλάξω το γνωστό προεκλογικό σύνθημα «Η Ευρώπη αλλάζει, η
ελπίδα έρχεται» σε: «Η Ελλάδα αλλάζει, η Ευρώπη έρχεται», καθώς σπίτια
αλλάζουν ιδιοκτήτες λόγω ανεξόφλητων δανείων και η Ευρώπη, ύστερα από το σόου
του κυρίου Γιάννη Βαρουφάκη (προτιμώ τα δύο νι, ένα για το όνομα και το άλλο
για τη χάρη), επανέρχεται πιο θυμωμένη από ποτέ, διότι έχει να αντιμετωπίσει
μια αφερέγγυα χώρα, που δεν τιμά τα όσα έχει απερίσκεπτα και απαράδεκτα υπογράψει.
Τα θεμέλια της γηραιάς ηπείρου τρίζουν λόγω του προσφυγικού και του
τρομοκρατικού ζητήματος και ίσως η γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας βοηθήσει στο
να της δοθεί το δηλητήριο σε περισσότερες δόσεις και όχι μια και καλή. Αντίδοτο
θα παραμείνουν από τη μια ο γερός θεσμός της οικογένειας που αποκρούει τις
δονήσεις από τους μετασεισμούς της κρίσης και από την άλλη η βαριά μας ιστορία
που υπενθυμίζει ότι κάπου, κάποτε θυμηθήκαμε να αντιδράσουμε με το κεφάλι ψηλά.
Και σήμερα έχουμε ανάγκη όσο τίποτε άλλο από κεφάλια ψηλά παρά από κεφάλια
πεσμένα.