Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2022

Δυο κόκκοι άμμου

 



- Επ, επ, επ! Γιατί τόσο φουριόζος, νεαρέ μου;

- Άσε με, ρε παππού! Πλακώθηκα στο φροντιστήριο με τον Γιάννη.

- Τον φίλο σου, που πηγαίνατε μαζί στο νηπιαγωγείο;

- Ναι. Κάτι μου είπε, κάτι του είπα και...

- Και γιατί δακρύζεις τώρα; Ααα! Δε θέλω τέτοια! Βρε, τι δάκρυα είν' αυτά; Αντί να γελάς και να νιώθεις τόσο τυχερός;

- Γιατί να τα κάνω αυτά;

- Γιατί είναι η αλήθεια. Έλα, άσε την τσάντα εδώ και πάμε μια βόλτα.

- Δε θα με αφήσουν απ' το σπίτι. 

- Για αυτό υπάρχουν τα μαραφέτια αυτά.

- Το κινητό;

- Ναι. Άμα θελήσουν κάτι, θα μας το πουν. Πάμε μια βόλτα εμείς.

- Πού πάμε; 

- Όχι μακρυά, δεν θα σε κουράσω. Μέχρι την παραλία.

_______________________________________________________________________

- Είδες; Δεν αργήσαμε.

- Γιατί ήρθαμε ως εδώ, παππού; Έχω διάβασμα. 

- Ναι, πες μου τώρα ότι θες να τρέξεις να μάθεις πόσες λίμνες έχει η Πελοπόννησος... Αφού θα γυρίσεις πίσω, για να λυπάσαι και να στενοχωριέσαι. Το βλέπω εγώ... Πάντως, να ξέρεις δε θα σε απασχολήσω πολύ... Ας περπατήσουμε λίγο να αναπνεύσουμε καθαρό, υπέροχο οξυγόνο. Ακόμα και τα γερασμένα μου πνευμόνια ανασταίνονται με τις πιτσιλιές από τα κυματάκια της θάλασσας! Δε σου αρέσει η θάλασσα;

- Το καλοκαίρι!

- Τα μπάνια είναι ό,τι καλύτερο. Άμεση επαφή με τη Γη μας. Για στάσου ένα λεπτό να σου δείξω κάτι. Για κοίτα εκεί!

- Πού;

- Εκεί πέρα, μακριά! Κοίτα ψηλά!

- Το φεγγάρι;

- Ναι! Το φεγγάρι ξέρεις πώς δημιουργήθηκε;

- Ώχου! Θα τα μάθουμε στο γυμνάσιο αυτά!

- Δεν θα σας τα πει κανένας, γιατί κανένας δεν ενδιαφέρεται για το πώς δημιουργήθηκε αλλά για το τι θα δημιουργήσει. 

- Τι;

- Δώσε μου δύο λεπτά και θα δεις πού θα καταλήξω. Κάποτε πριν από πάρα πολλά χρόνια...

- 100;

- Πολύ περισσότερα.

- 1000;

- Βάλε...

- 10.000;

- Βάλε κι άλλα. Τόσο λίγο έμαθες να μετράς;

- 1.000.000;

- Ε τώρα σκόντο κάνεις;

- Ε πόσο;

- Πριν από 4,5 περίπου δισεκατομμύρια χρόνια, ο πλανήτης μας... 

Ο παππούς χτυπά τα πόδια του γερά στο έδαφος. Ο μικρός φαίνεται απορροφημένος.

- ... η Γη δεν είχε ζωή. Ήταν μία μπάλα που γύριζε μόνη της στο σύμπαν.

- Ούτε ζώα; 

- Ούτε.

- Ούτε φυτά;

- Ούτε. Δεν υπήρχε τίποτα, Απλώς είχε πολλή σκόνη. Όμως, δεν υπήρχε κανείς για να βήξει...

Ο παππούς επανέφερε γρήγορα το γελαστό του μουστάκι στη σωστή του θέση.

- Στην αρχή της ύπαρξης της Γης μας, λοιπόν, ένας άλλος πλανήτης με το όνομα "Θεία", περίπου στο 1/10 του μεγέθους της Γης, προσέκρουσε πάνω της.

- Δηλαδή;

- Έπεσε πάνω της.

- Με φόρα;

- Αρκετή φόρα, ναι.

- Γιατί γελάς, παππού;

- Γιατί με συμπληρώνεις σωστά. Έπεσε, λοιπόν, πάνω της.

- Και γιατί δεν καταστράφηκε;

- Ίσως γιατί ο Θεός ήθελε παρέα, για τη δική μας καλή τύχη. Πέφτοντας πάνω στη Γη, έγινε μία τεράστια έκρηξη σε ένα μεγάλο τμήμα της και ένα μέρος του ξένου πλανήτη απορροφήθηκε από τη Γη, ενώ το υπόλοιπο, μετά τη σύγκρουση, ήταν πια σκορπισμένο στο διάστημα. Όμως δεν άφησε τη Γη μας. Έκανε βόλτες συνεχώς γύρω από αυτή.

- Σαν το γύρω - γυρω όλοι;

- Ακριβως! Ύστερα από κάμποσες βόλτες - δε θυμάμαι ακριβώς τον αριθμό - ό,τι απέμεινε από τον πλανήτη Θεία ενώθηκε πάλι και συνέχισε την τροχιά του γύρω από τη Γη μέχρι και σήμερα.

- Δηλαδή το φεγγάρι είναι... Ααα!

- Αυτό ακριβώς που σκέφτεσαι! Το πανέμορφο φεγγάρι μας είναι το απομεινάρι από τη σύγκρουση της Γης με τον πλανήτη Θεία, που έπεσε πάνω της, πριν από περίπου 4 δισεκατομμύρια χρόνια. 

Ο παππούς ακούμπησε στον ένα ώμο τον εγγονό του.

- Όποτε βλέπουμε το φεγγάρι αντικρίζουμε, ασυνείδητα, την καταστροφή μας μα και τη σωτηρία μας.

- Γιατι και τη σωτηρία μας; Αφού έπεσε πάνω στη Γη!

- Γιατί αν δεν έπεφτε πάνω στη Γη ο πλανήτης Θεία, δεν θα φτιαχνόταν με τέτοιο τρόπο η επιφάνεια της Γης ώστε στη συνέχεια να υπάρχει μορφή ζωής. 

- Α! Δηλαδή ήταν σαν τον Φοίνικα του Ντάμπλντορ!

- Παρακαλώ;

- Τον φοίνικα ενός μάγου που αναγεννιέται από τις στάχτες του!

- Α, μάλιστα... Ορθή παρατήρηση. Είδες, λοιπόν, παιδί μου, τι είμαστε και πού βρισκόμαστε; Και κυρίως πόσο τυχεροί είμαστε που αυτή τη στιγμή ανασαίνουμε αυτό τον υπέροχο αέρα; Εσύ κι εγώ σε σχέση με το τι υπάρχει πάνω και κάτω από μας, είμαστε σαν δύο κόκκοι άμμου στον Ειρηνικό Ωκεανό. Ίσως και μικρότεροι, ναι, τώρα που το σκέφτομαι πολύ μικρότεροι. Αξίζει, άρα, να κρατάς κακία στον φίλο σου; Αξίζει να μαλώνετε;

- Όχι!

- Έτσι μπράβο! Μία φορά ζείτε αυτή την ηλικία, όπως μία φορά ζούμε και πάνω σε αυτόν τον πλανήτη. Αύριο θέλω να 'ρθεις και να μου πεις ότι τα βρήκατε πάλι.

- Και πώς να του πω όλα αυτά για το φεγγάρι, παππού; Θα βαρεθεί και θα φύγει!

- Αν βαρεθεί, τότε πες του μόνο το συμπέρασμα της κουβέντας μας. Ότι θέλεις να μείνετε φίλοι.

_______________________________________________________________________

- Πού ήσαστε εσείς; Κοντεύει να κρυώσει το δείπνο!

- Είχαμε πάει μια βόλτα με τον παππού στην παραλία, μαμά.

- Βρε, μπαμπά, αφού ξέρεις ότι έχει ακόμα διάβασμα για αύριο! Τι κάνατε τόση ώρα;

- Χαζεύαμε το φεγγάρι. Είχε πανσέληνο απόψε. 

- Και σήμερα έπρεπε να δείτε το φεγγάρι;

- Θέλαμε να του πούμε ένα "ευχαριστώ".

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022

Στο χιόνι


Tromsø, Νορβηγία. Φωτογραφία: Morten


«Ακόμη και τους -5 βαθμούς Κελσίου θα φτάσει ο υδράργυρος στην Αττική τις προσεχείς μέρες αρχής γενομένης από αύριο, ενώ σε περιοχές ορεινές ή ημιορεινές η θερμοκρασία θα αγγίξει ακόμη και τους -15.»


-   Επιτέλους! Μια άσπρη μέρα! Πού θα πάμε αύριο;

-   Καναπέ και νέτφλιξ. Τι καλύτερο απ’ αυτό;

-   32 είσαι. Σύνελθε! Να πάμε Παρνασσό; Έστω Πάρνηθα, που είναι και δίπλα;

-   Κι εσύ 36. Και τι μ’ αυτό;

-   Ίσα – ίσα, που εσύ θα έπρεπε να με σπρώχνεις στον βούρκο της αχαλίνωτης διασκέδασης! Έλα λίγο πιο κοντά. Μ’ αρέσει, όταν με αγκαλιάζεις από πολύ κοντά.

-   Από πόσο κοντά;

-   Από τόσο καλά είναι. Λοιπόν, θα πάμε στην Πάρνηθα; Άσ’ τα φιλιά! Θα πάμε;

-   Όταν βλέπω δυο μάτια σε τέτοια απόγνωση είναι δυνατόν να σου πω «όχι»;

-   Αν ευθύνονται τα μάτια μου για αυτό, δε νομίζω αν βγάλω τους φακούς επαφής να αλλάξεις γνώμη;

-   Δεν σου υπόσχομαι τίποτα.

-   Τι;

-   Ααα!! Άσε με, γαργαλιέμαι…

          

 

-   Είδες; Τελικά δεν έχει καθόλου κίνηση.

-   Ε, δεν είναι και πολλοί οι τρελοί που με βαριά χιονόπτωση ζώνουν το αμάξι με αλυσίδες και προσπαθούν να γίνουν ταινία.

-   Μην το λες αυτό. Υπάρχουν και χειρότερα.

-   Από το να γίνουμε ταινία; Όπως;

-   Να γίνουμε πρώτο θέμα στο «Φως στο Τούνελ». Ξέρεις πόσοι αγνοούνται που πήγαιναν σε χειμερινά καταφύγια και δεν επέστρεψαν ποτέ;

-   Τώρα μου το λες;

-   Χαχα! Έλα μωρέ, τώρα. Ποιος θέλει να βγει η φάτσα του στην οθόνη, χαμένος στα χιόνια;

-   Και η ηλικία του…

-   Ορίστε;

-   Λέω δεν θα βγει μόνο η φάτσα του δημόσια, αν κάποιος χαθεί. Θα βγει και η ηλικία του.

-   Ας υιοθετήσουμε το αισιόδοξο σενάριο ότι δεν θα χαθούμε.


          

 

-   Μην αλλάζεις τον σταθμό!

-   Αφού το ξέρεις, δεν μου αρέσουν αυτά τα τραγούδια.

-   Εμένα μ’ αρέσουν. 

- Να βάλουμε κάτι ενδιάμεσο;

-   Δεν θα αλλάξεις σταθμό. Δε φτάνει που τραβολογιόμαστε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα…

-   Δεν πάμε στο άγνωστο!

-   Δεν μ’ αφήνεις να έχω και μια ωραία παρέα!

-   Νόμιζα ότι εγώ θα ήμουν η παρέα σου.

           


-   Δεν είναι πανέμορφα;

-   Είναι.

-   Δεν είχα δίκιο να έρθουμε;

-   Αν αυτό θέλεις να ακούσεις…

-   Γιατί μού επιτίθεσαι;

-   Όποιος αγαπάει παιδεύει, έλεγ’ η γιαγιά μου.

-   Παιδεύει έλεγε. Όχι βασανίζει.

-   Υπερβολές…

-   Κάποια στιγμή πρέπει να μιλήσουμε.

-   Κάπου με καφέ και τζάκι, αν είναι δυνατό.

-   Τι πιο όμορφο σκηνικό από το χιόνι;

-   Και να πούμε τι;

-   Πιστεύεις, αν προχωρήσουμε και κάνουμε παιδιά, πως θα μπορούμε να είμαστε μαζί υπό αυτές τις συνθήκες;

-   Πού το πας πού το φέρνεις πάλι στα παιδιά.

-   Δεν είμαστε 28.

-   Και λοιπόν;

-   Αν τύχει, θα έρθουν.

-   Θα χτυπήσει μια μέρα το κουδούνι και θα μας πουν: «Χαίρετε, είμαι ο πελαργός απ’ το Λητώ, σας έφερα το παιδιά που ζητήσατε.»

-   Φαντάζεσαι;

-   Δημήτρη, μιλάω σοβαρά. Τον τελευταίο καιρό φέρεσαι αλλοπρόσαλλα. Ξέρω, δεν πάει καλά η δουλειά σου, όμως τα πράγματα έτσι είναι. Η ζωή έτσι είναι. Δεν υπάρχει τίποτα πιο μόνιμο από το προσωρινό. Από το να συμπεριφέρεσαι τόσο απότομα απέναντι σε άτομα που σε αγαπούν και το ξέρεις ότι σε αγαπούν και πόσο πολύ σε αγαπούν, δεν βγάζει κάπου. Ή μάλλον βγάζει στο ότι τα απομακρύνεις και με τον καιρό όλο και περισσότερο, μέχρι που…

-   Μέχρι που; Φεύγουν. Πες το.

-   Είσαι γλυκός, είσαι τόσο ευαίσθητος κι όμως εσείς οι άντρες θεωρείτε ότι το να μείνετε για παραπάνω ανθρώπινοι θα σας μετατρέψει σε τέρατα.

-   Εσύ με βλέπεις σαν τέρας;

-   Εγώ δεν μπορώ να κρίνω, γιατί σε αγαπώ. Και η αγάπη είναι σαν την ομίχλη που γκρίνιαζες τόση ώρα. Σου θολώνει την όραση.

-   Όταν δεν αισθάνομαι ασφαλής…

-   Μα είσαι ασφαλής. Κοίτα! Πατάς στα δυο σου πόδια, απολαμβάνεις τον αέρα, ψηλαφίζεις το χιόνι και χαζεύεις αυτό το υπέροχο κάτασπρο τοπίο χωρίς να είσαι μόνος. Τι άλλο θα μπορούσες να θέλεις; Έχεις ιδέα πόσοι θα ήθελαν να είναι στη θέση σου;

-   Πόσοι;

-   Πολλοί. Σταμάτα να κοροϊδεύεις…

-   Από το να έχω μούτρα, αυτό δεν είναι καλύτερο;

-   Ημίμετρο… Έστω!

           


-   Πράγματι είναι υπέροχο το χιόνι.

-   Ήσυχο. Διακριτικό. Κρυφακούει τόσες σκέψεις και τις κρατά για τον εαυτό του.

-   Συγγνώμη για πριν. Ήμουν λάθος.

-   Δεν άκουσα καλά. Τι είπες;

-   Συγγνώμη, είπα για πριν.

-   Τι;

-   Συγγνώμη!

-   Τι;

-   Είσαι χαζό.

-   Αυτό το άκουσα.

-   Ωχ! Μην πετάς, είναι κρύα!

-   Σώπα… Μη μου το λες!

-   Μην πετάς είπα! Θα αντεπιτεθώ! Τώρα τρέχα να κρυφτείς.

 

Αφού έτρεξαν για κάμποση ώρα και έπαιξαν αρκετό χιονοπόλεμο, κοντοστάθηκαν να πάρουν ανάσες. Πλησίασαν μεταξύ τους, αγκαλιάστηκαν και θυμήθηκαν πόσο ερωτευμένοι ήταν. Δεν κουνήθηκαν έτσι όρθιοι που στέκονταν, για ώρα. Το χιόνι τώρα έπεφτε πιο πυκνό, πιο γρήγορα, λες και τους στόχευε κάποιος καιρός που ζήλευε. Σε λίγα κιόλας λεπτά είχαν καλυφθεί από τις άσπρες νιφάδες. Δεν διέκρινες ρούχα και μέρη του σώματος παρά μονάχα δυο σφαίρες να κινούνται πάνω κάτω, αριστερά δεξιά, δεξιά αριστερά, κάτω πάνω. Ήταν δυο ερωτευμένοι χιονάνθρωποι.