Έψαχνα για ώρα να βρω τελεία κατά την ανάγνωση του έργου. Στην αρχή υπέθεσα ότι η εκούσια απουσία τελείας θα στόχευε σε έναν συγκεκριμένο σκοπό αφήγησης. Αναζητούσα τον λόγο διαβάζοντας, αλλά δυσκολεύτηκα πολύ. Η με μέτρο στίξη σε ένα κείμενο αποτελεί ό,τι και το κομψό ντύσιμο στον άνθρωπο. Εντούτοις, δεν έπαυα να ελπίζω ότι αυτός ο εξαιρετικός λογοπλάστης - συγγραφέας κάπου θα το πήγαινε. Και όμως.... Στο "Ζουμί του Πετεινού" υπάρχουν ολόκληρες σελίδες χωρίς τελεία δημιουργώντας έτσι μία ασφυκτική και αγχωτική ατμόσφαιρα ανάγνωσης. Η ανυπαρξία τελείας, ή έστω η αραιότατη χρήση της, δηλώνει έναν καταρρακτώδη λόγο που από τη μια εξυπηρετεί σαφώς το επίπεδο του λόγου του αφηγητή (όχι πολύ μορφωμένος, αγρότης, παρορμητικός λόγος αγανάκτησης), αλλά από την άλλη αναστατώνει και αγχώνει τον αναγνώστη χωρίς να του προσφέρει μια ανάσα πνευματικού διαλείμματος. Ενδεικτικά αναφέρω ότι έπρεπε να διακόψω το διάβασμα κάποια στιγμή. Όπως πάντα, λοιπόν, περιμένω να τελειώσει η σκέψη - περίοδος, για να το κάνω. Εν προκειμένω χρειάστηκε να περάσω τουλάχιστον τρεις σελίδες ώστε "λαχανιασμένος" οπτικά να βάλω τον σελιδοδείκτη μου στο σημείο που θα σταματούσα - νομίζω πέτυχα μια άνω τελεία στο τέλος της τρίτης σελίδας -
Σκέψεις συνεχείς, με ειρμό, καημό και άχτι μέσα από μια χειμαρρώδη αφήγηση. Λέξεις προσεκτικά επιλεγμένες οι περισσότερες, λέξεις του χωριού, που επιτελούν τον στόχο της αμεσότητας, αλλά δεν αρκεί αυτό. Ο συγγραφέας οφείλει να σκέπτεται και τον δέκτη τον σκέψεών του και να μην κρατά απλώς ένα ημερολόγιο συλλογισμών, τους οποίους βιάζεται να καταγράψει μήπως και του ξεφύγουν. Η απουσία τελείας, παρ' όλο που αναπληρώνεται εν μέρει από τα πολλά κόμματα και τις σπάνιες άνω τελείες, εντούτοις δεν μπορεί να παραβλεφθεί, καθώς η παράλειψή της γίνεται ιδιαίτερα αισθητή.
Η πλοκή του έργου είναι χαλαρή έως αμυδρώς εντοπιζόμενη, καθώς ο συγγραφέας ψάχνει μια απλή αφορμή να πιαστεί και να αρχίσει να παινεύει το μποστάνι του και τις πάντοτε επιτυχημένες συνταγές μαγειρικής του, που το μυστικό τους δεν είναι άλλο από την ίδια τη φύση και τα καλά της που μας παρέχει πλουσιοπάροχα, με τον όρο να την φροντίζουμε σωστά. Το οικολογικό μήνυμα του Γιάννη Μακριδάκη είναι σεβαστό έως και αξιοζήλευτο, όμως στρέφεται γύρω από έναν σαθρό μυθιστορηματικό άξονα. Οι περίπου 55 με 60 σελίδες, σε πυκνές γραμμές, που έγιναν νουβέλα 85 περίπου σελίδων, με παραπέμπουν σε σκέψεις όπως ότι ο εκδοτικός οίκος ίσως να πίεζε τον συγγραφέα για νέο έργο. Το τελευταίο αποτελεί μια πιθανή εικασία ώστε να εξηγηθεί ο λόγος ύπαρξης του συγκεκριμένου βιβλίου. Όντας ένθερμος οπαδός της γραφής του και δηλώνοντας ότι "του Θεού το μάτι" αποτελεί έναν από τους εθνικούς λογοτεχνικούς μας θησαυρούς, ή με άλλα λόγια ένα αριστούργημα, δηλώνω δημόσια την ένστασή μου σχετικά με το εν λόγω λογοτεχνικό πόνημα του Γιάννη Μακριδάκη.
Παρ' όλα αυτά, κάθε δημιουργός δικαιούται να κάνει μια έντονη συγγραφική καμπή, η οποία εδώ δεν συντελείται στον χειρισμό του λόγου. Η λογοτεχνικότητα των έργων του θεωρείται αδιαμφισβήτητη. Ο συγγραφέας εν προκειμένω κάνει ένα διάλειμμα στη δυναμικότητα της πλοκής του έργου του, καθώς και στα σημεία στίξης. Η λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά και μια τελεία μπορεί να αλλάξει ολόκληρο το νόημα ή - το κυριότερο - να κερδίσει τις εντυπώσεις. Καμιά φορά, λοιπόν, πρέπει κάποια έργα να κρατούνται στο συρτάρι μας μέχρι να αποκτήσουν ταυτότητα (στίξη με άλλα λόγια και βαρύ θεματικό πυρήνα) και το σπουδαιότερο: να γνωρίζουμε οι ίδιοι αν και πότε πρέπει αυτό να γίνεται. Και αυτό το λέω για έναν συγγραφέα που ομολογουμένως θαυμάζω.
Το "Ζουμί του Πετεινού" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Βιβλιοπωλείον της Εστίας".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δηλώστε το "παρών"...