Ένας άνδρας γύρω στα 65 μπαίνει στο καθιστικό του σπιτιού του κρατώντας βαριές σακούλες. Τις αφήνει κάτω και απλώνεται κατάκοπος στην πολυθρόνα. Απευθύνεται στον σκύλο του που τον υποδέχεται στην αρχή κουνώντας την ουρά του και ύστερα κάθεται στα πόδια του.
"Ωχ... Τι τρέξιμο ήταν αυτό... Κάτσε
να βγάλω από τις τσέπες αυτά που με βαραίνουν και είναι λες και έχω γεμάτα
πορτοφόλια... (Βγάζει τα χαρτιά.) Λοιπόν... Έχουμε και λέμε. Αυτά
είναι τα πληρωμένα. Ο ένφια του 2014 και η πρώτη από τις 248 δόσεις του 2015.
Ωραία... Αυτό μετά... (Ξετυλίγει τα χαρτιά το ένα μετά το άλλο)... είναι η
αποπληρωμή του φόρου εισοδήματος του '12. Ωραία χρόνια... Αυτό... Πω... Πώς
βρέθηκε αυτό εδώ; Έβαλα κι εγώ το καλό κοστούμι σήμερα... Στο δημόσιο πρέπει να
πας όπως και στην εκκλησία. Με δέος. (Κοιτά το χαρτί.) Κοίτα να δεις... Πού βρέθηκε, πανάθεμά το... Ψηφοδέλτιο από τις εκλογές του 2015! Τις πρώτες... Στις δεύτερες δεν πήγα να
ψηφίσω. Τον Σεπτέμβρη ντε... Είχα πάει διακοπές. Τι να κάνω; Τότε βρήκα τα πιο
φτηνά εισιτήρια. Δεν πειράζει που ήταν κατεψυγμένη η θάλασσα στην Κεφαλλονιά.
Έσφιξε και το δέρμα μου... Για να δω τι άλλο θα βρούμε... (Κοιτά το χαρτί.)
Ααα, αυτό είναι ό,τι πιο πρόσφατο βρήκα σ' αυτά τα σιχαμένα. Η απόδειξη αγοράς
της τροφής σου! Μη φοβάσαι! Πριν ένα μήνα την πήρα από το μαγαζί. Την έχω
δοκιμάσει όμως. Ε, ένεκα η καραντίνα. Τι να 'κανα; Μη με κοιτάς έτσι. Δοκίμασα κι εγώ την κονσέρβα σου... Εξαιρετική ήταν! Ρε τι
βγάζουν οι άτιμοι... (Παίρνει βαθιά εισπνοή και εκπνέει αργά.) Ουφ... Δεν ήταν
τρέξιμο κι αυτό σήμερα. Έτρεχα στο ασφαλιστικό μου ταμείο, για να τους
πιστοποιήσω ότι δεν έχω πεθάνει, λέει, γιατί πέρασα το όριο των 65... Πάω εκεί,
με βλέπουν, τους δείχνω την ταυτότητα και μου λένε ότι πρέπει να τους το
αποδείξω. Δηλαδή πώς να αποδείξω ότι ζω; Ότι δεν τους πήγα στάρι από τα σαράντα
μου; Και σαν να μην έφτανε αυτό, θέλουν και βεβαίωση από συγγενή μου ότι μένω
στο σπίτι μου. Δεν τους αρκεί η ΔΕΗ, γιατί μπορεί, λένε, να έχω πεθάνει και να μην έχω
κληρονόμους. Και όλα αυτά μπροστά μου, μπροστά στον ολοζώντανο πολίτη με την ταυτότητα
ανά χείρας! Πού φτάσαμε... Ρε συ, Ιβάν, λες να έχω πεθάνει και να μην το ξέρω;
Αλλά αν ήταν έτσι, τώρα δεν θα κουβεντιάζαμε... Τέλος πάντων... Αύριο πρέπει να τους πάω τα χαρτιά και να αποδείξω ότι ζω. Να
μου βάλουν εκεί και μια βούλα και να βεβαιώσουν ότι υπάρχω. Μάλιστα. Γιατί χωρίς
σφραγίδα δεν ζεις, αγαπητέ. Εσύ να τα βλέπεις και να δοξάζεις τον Θεό που δεν
σας έχουν βάλει ΕΝΦΙΑ και στα σκυλόσπιτα! Μη με κοιτάζεις έτσι με γουρλωμένα τα
μάτια σου! Γιατί; Πιστεύεις ότι δεν μπορεί να γίνει; Εδώ έχουμε δει άλλα κι
άλλα σ' αυτή τη χώρα, αυτό σε πείραξε; Και δεν έφτανε να μη στα πολυλογώ όλη η
ταλαιπωρία, αλλά περίμενα και στη στάση του λεωφορείου μέχρι να γυρίσω γύρω στα
τρία τέταρτα. Είχε βλάβη το προηγούμενο και μέχρι να ειδοποιηθεί ο άλλος οδηγός
και να βάλει τα γάντια του και τα αντισηπτικά του, πέρασε η ώρα. Ευτυχώς που είχα αγοράσει ένα
κουλούρι Θεσσαλονίκης και μέχρι να έρθει το λεωφορείο μέτραγα τα σουσάμια... Άδειο ήταν. Όπως αυτό το θερινό θέατρο που είχαμε πάει δωρεάν πέρσι, που το διοργάνωνε ο δήμαρχος που δε βγήκε τελικά... Θυμάσαι; Μ' αυτόν τον Ίψεν που το έγραψε. Όχι, βρε κουτό. Μη φοβάσαι, δεν φτερνίστηκα. Ίψεν λένε τον συγγραφέα. (Κοιτάζει τον σκύλο) Σε βλέπω, δεν αντέχεις άλλο. Σταματάω. Τι μου φταις κι
εσύ; (Σηκώνεται απ' την πολυθρόνα.) Έλα, πάμε. (Ο σκύλος τον ακολουθεί στην
κουζίνα και έχει πέσει σχεδόν πάνω στον άντρα που ανοίγει μετά την πρώτη και
μια δεύτερη κονσέρβα.) Επ! Η μία δική σου! Έχω 247 δόσεις ακόμα. Δεν είμαι πια
για rio mare..."