Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχαν κάποιες αλληλουχίες βάσεως του DNA, που ονομάζονταν γονίδια. Τα γονίδια αυτά διασκορπίστηκαν σαν χρυσόσκονη από τον Θεό πάνω σε όλη τη γη. Τα πιο ζεστά, αυθόρμητα, απερίσκεπτα αλλά και φιλότιμα έπεσαν πάνω στο νότιο μέρος της Γηραιάς Ηπείρου, ενώ τα υπόλοιπα ψυχρά, στυγνά, φιλόδοξα και αυστηρά στο βόρειο μέρος της. Οι άνθρωποι που φύτρωσαν, λοιπόν, από αυτή τη θεϊκής προέλευσης σπορά απέκτησαν και τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά των γονιδίων. Μόνο που στον Βορρά, κοντά στα νερά του Ρήνου, ο χιονιάς ενέτεινε στο πολλαπλάσιο τις ιδιότητες κάποιων γονιδίων και οι άνθρωποι εκεί ήταν αρκετά πιο ψυχροί από του υπόλοιπους, αρκετά πιο φιλόδοξοι και αρκετά πιο αυστηροί. Πίστευαν ότι κατάγονταν από μια ευλογημένη φυλή, που στη συνέχεια την αποκαλούσαν "άρια".
Η φυλή αυτή αναπτύχθηκε, έκανε καλή οικονομία, ανέπτυξε δομές και δημιούργησε ένα καλοκουρδισμένο σύστημα με συνέπεια ένα καλά οργανωμένο κράτος και μια άριστη ποιότητα ζωής για τους πολίτες του. Όμως, δεν της έφτανε αυτό. Για να δείξει πόσο πλούσια, έξυπνη και ζηλευτή χώρα ήταν, έπρεπε να επιβληθεί στους πιο αδύναμους. Το επιδίωξε αρκετές φορές, αλλά οι προσπάθειές της απέβησαν τελικά άκαρπες, αφού και οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι είχαν εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και την ίδια ουσιαστικά νικημένη κατά κράτος. Όμως μια τέτοια φυλή με τέτοια γονίδια δεν είναι ποτέ δυνατόν να χάσει. Έτσι, κάνοντας χρήση της πανουργίας των γονιδίων της, σκέφτηκε να προσεγγίσει τον πόλεμο με την ειρήνη και να δημιουργήσει ένα οικοδόμημα τέτοιο, ώστε ως άλλος Δούρειος Ίππος να διοικεί σιωπηρά τα υπόλοιπα κράτη - μέλη του. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ύστερα από κάποια χρόνια ήταν γεγονός.
Κι ύστερα απ' αυτή την αναγκαία εισαγωγή, ας περάσουμε στο φλέγον ερώτημα: Πού ανήκει η Ελλάδα; Ανήκει στη Δύση ή ανήκει στην Ανατολή; Ανήκει στον Βορρά ή στον Νότο; Έξι χρόνια παλεύουμε να καταλάβουμε για ποιο λόγο τιμωρούμαστε με το μαστίγιο τόσο σκληρά. Ίσως να έφταιξαν οι αρχαίοι φιλόσοφοι που δεν άφησαν διαθήκη και μας κληροδότησαν τις σοφίες τους εξ αδιαθέτου, τις οποίες καπηλέυτηκαν φέρνοντάς τες τώρα απέναντί μας οι Ευρωπαίοι εταίροι μας. Τι ωραία που θα ήταν αν πράγματι υπήρχε αυτό το αλληλέγγυο μόρφωμα των λαών εν ειρήνη διατεταγμένων... Πόσο ιδανική θα φάνταζε η συμβίωση χωρίς σύνορα σε έναν κόσμο που ο ένας θα βοηθούσε τον άλλο ανιδιοτελώς ή με κάποια εντελώς συμβολικά ωφελήματα... Ας μη γελιόμαστε. Είμαστε εκτός Ευρώπης εδώ και πολύ καιρό. Ίσως και από την πρώτη μέρα που μπήκαμε, διότι κατοικήσαμε ένα σπίτι το οποίο δεν ήταν δικό μας. Ο αρχιτέκτονας είχε δανειστεί τις ιδέες μας και εμείς είχαμε μισθώσει ες αεί το ακίνητο που σχεδίασε. Είμαστε εκτός Ευρώπης, διότι μας ξεγέλασαν. Ισονομία, ισοπολιτεία και ισότητα μας έταξαν. Το βέτο της εθνικής κυριαρχίας καταποντίστηκε, απορροφήθηκε από τις δημοκρατίες των υπόλοιπων χωρών. Πώς να αντιδράσει, άλλωστε, μια αδύναμη και φτωχή εν τοις πράγμασι (άλλο στα στατιστικά) χώρα μπροστά σε 17 ή 27 ή και 37 στο μέλλον άγρια στόματα που της μιλούν ακατάπαυστα για οφειλές, χρέη, υποσχέσεις και τραγωδίες;
Το δημοψήφισμα (ή και διχοψήφισμα, θα φανεί σε δυο τρεις μέρες ποια έννοια θα επιλεγεί τελικά) χρησιμοποιήθηκε ως ένα άκρως επικοινωνιακό κόλπο. Η συμφωνία θα υπογραφόταν. Ο λαός, όμως, ήθελε να ξεσπάσει. Να πει όχι στη μιζέρια, στον συνεχώς αυξανόμενο πλούτο, στην υποτέλεια. Ταύτισε το όχι του '41 με το όχι του '14. Μπέρδεψε τον εκδικητικό χαρακτήρα των εκλογών με τον αποφασιστικό χαρακτήρα ενός δημοψηφίσματος, μιας λαϊκής εντολής - συμβουλής προς τον Πρωθυπουργό, ο οποίος γλίτωσε την πτώση και την εσωκομματική του ανταρσία βάζοντας στη μέση το εκλογικό σώμα και δη τους οπαδούς του. Ο κόσμος, όμως, είχε ανάγκη να πει το όχι, ξανά στους Γερμανούς. Γνώριζε η πλειοψηφία του ότι τα πράγματα δεν μπορούν να πάνε πίσω, ότι η συμφωνία θα υπογραφεί και θα είναι και δυσβάσταχτη. Έπρεπε, εντούτοις, να φωνάξει.
Παράλληλα τα ιδιωτικά κανάλια σαν άλλοι ψευδοπροφήτες άρχισαν να κατακεραυνώνουν την επιλογή αυτή σε συνδυασμό με τις κλειστές τράπεζες. Ρωτούσαν τους ταλαιπωρημένους συνταξιούχους τι θα κάνουν τα 120 ευρώ ή αν είναι ευχαριστημένοι με την απόφαση του Πρωθυπουργού για δημοψήφισμα. Ήθελαν να τους προκαλέσουν πόνο και αυτόν τον πόνο να τον πουλήσουν προς τα έξω εισπράττοντας ναι. Τι χυδαίο... Τι ελεεινό... Τι τρισάθλιο... Δεν μπορώ να ξεχάσω τη σκηνή που ένας ρεπόρτερ μεγάλου ιδιωτικού καναλιού, όταν ρώτησε καταπονημένο συνταξιούχο γύρω στα 80 χρόνια αν ταλαιπωρείται έξω απ' την τράπεζα τόση ώρα (ερώτηση ρητορική δηλαδή κατά τον δημοσιογράφο), εκείνος του απάντησε ότι για χάρη του όχι και της αξιοπρέπειάς του προτιμά να ταλαιπωρηθεί. Ο ρεπόρτερ δεν τον άφησε να συνεχίσει και τον έσπρωξε, παρά λίγο να τον ρίξει κάτω, ώστε να τον απομακρύνει από το πλάνο και του έκοψε βίαια το λόγο. Αυτή είναι η δημοκρατία μας; Έτσι υποστηρίζεται μια πολιτική άποψη;
Δε θα κρίνω το γεγονός ως νομικός ότι το δημοψήφισμα ήταν αντισυνταγματικό, ούτε ότι διεξήχθη μέσα σε απελπιστικά γρήγορο χρονικό διάστημα, ούτε ότι ο ελληνικός λαός κλήθηκε να απαντήσει πάνω σε μία πρόταση που δεν ίσχυε και είχε αποσυρθεί. Τι σημασία έχουν όλα αυτά άλλωστε... Ο λαός διψούσε για όχι.
Ακούω ότι την Κυριακή είτε υπογράφουμε νέα συμφωνία - μνημόνιο είτε βγαίνουμε από το ευρώ. Δεν με απασχολεί τι θα γίνει τελικά. Και ξέρετε γιατί; Γιατί δεν μπορεί να μου φύγει από τον νου η εικόνα της γιαγιάς που περίμενε στην ουρά επί έξι ώρες για να πάρει τα 120 ευρώ και να δώσει τα μισά στα άνεργα παιδιά της και ό,τι περισσέψει χαρτζιλίκι για τα εγγόνια της. Ίσως αν μείνουμε στο Ευρώ, να παραμείνουμε και Ευρωπαίοι. Ίσως αν μείνουμε στο Ευρώ, τα εγγόνια της αξιολάτρευτης γιαγιάς να φάνε προς το παρόν λίγη παραπάνω σοκολάτα. Το μέλλον, όμως, όλων μας φαίνεται αβέβαιο, όπως η πορεία ενός διάττοντος αστέρος. Κανείς δεν ξέρει σε ποιο σημείο ακριβώς θα πέσει.