Καμιά φορά συγκαταλεγόταν στους επιβάτες του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου, όταν
ήθελε να πάει στη δουλειά του χωρίς να βιάζεται. Ήταν λίγες οι στάσεις και
βόλευε. Κι αυτή η υπέργεια διαδρομή, με ματιές στις γειτονιές της Αττικής, στα
σπίτια με τα ανοιχτά μπαλκόνια το καλοκαίρι και τις νεανικές παρέες με φωνές
που ακούγονταν σχεδόν στο διπλανό βαγόνι, τού φάνταζε άκρως δελεαστική. Αν
υπήρχαν και πάντα θέσεις για τους όρθιους, τύφλα να 'χαν τα ταξί...
Αυτό το πρωί του Ιούνη είχε ξυπνήσει με όρεξη. Αποφάσισε να μην πάρει
αμάξι για το γραφείο. Άλλο ένα ανάμεσα στο τόσα δεν θα ξεχώριζε, άλλωστε. Αποφάσισε
να απολαύσει τη μικρή διαδρομή. Επικύρωσε το εισιτήριό του με αυτόν τον οριακά
εκνευριστικό θόρυβο ή αλλιώς "μπιπ" να τον συνοδεύει. Από πίσω του
πέρασαν κι άλλοι δυο - τρεις, σχεδόν τον έσπρωχναν, για να προλάβουν μην
κλείσει η μπάρα.
Ο συρμός δεν άργησε να έρθει. Σε δυο λεπτά κιόλας είχε επιβιβαστεί.
Καλοκαιρινό πρωινό με ένα δροσερό αεράκι. Ό,τι έπρεπε για να ξεκινήσει η μέρα.
Κι εκεί που όλα έδειχναν ότι είχαν πάρει την τροπή τους, κάποιες νότες θεώρησε
ότι προανήγγειλαν τη διατάραξη της ατομικής του ησυχίας... Όμως... Όμως δεν
ήταν αυτό που περίμενε. Ο ακορντεονίστας, νεαρός, θα΄ ταν δεν θα ΄ταν είκοσι,
έπαιζε μια μουσική αέρινη, λες και μπορούσε να μεταφέρει τον οποιονδήποτε στο
μέρος που εκείνη τη στιγμή ονειρευόταν. Ίσως να ήταν και βαλς. Ποτέ του δεν τα
πήγαινε καλά με τα είδη της μουσικής. Μιας μουσικής, που όσο περισσότερη ώρα
την άκουγε, τόσο αρτιότερη τεχνικά τού φάνταζε. Μια υπέροχη μελωδία από ένα
γνωστό ορχηστρικό κομμάτι. Οι νότες συνέχιζαν να χορεύουν πειθαρχημένα στον ρυθμό
που τις διηύθυνε, όμως ανταπόκριση καμιά. Ίσως κάποιοι να ντρέπονταν, ίσως
άλλοι να βαριούνταν. Κανείς και τίποτα. Σαν να μην είχε μπει κανείς στο βαγόνι.
Σαν να μην είχε προκαλέσει τίποτα τα αυτιά.
Η μουσική σταμάτησε, οι νότες έπαυσαν, ο συρμός κοκάλωσε και άνοιξε τις
πόρτες του. Η αμαρτία έγινε. Ο ένας χιτών δεν δόθηκε. Και όταν ένας άλλος συρμός τον πήγαινε πάλι στον προορισμό του, θα σκεφτόταν ότι οι επιβάτες εκείνου του βαγονιού, μαζί κι αυτός, ύστερα από χρόνια, θα συναντιόνταν πάλι όλοι μαζί, στο άπειρο. Εκείνοι στην κόλαση και ο ακορντεονίστας απέναντι, να τους παίζει τη μουσική του υπενθυμίζοντάς τους ότι για ένα δίλεπτο έχασαν την άλλη αιωνιότητα.